Απόσπασμα από την Συνέντευξη τύπου Α.Δ.Ε.Δ.Υ. - Γραμματεία Γυναικών....  για εργασιακά και ασφαλιστικά προβλήματα της εργαζόμενης γυναίκας στο Δημόσιο -απόφαση ΔΕΚ για όρια ηλικίας γυναικών στο Δημόσιο

   Το τελευταίο διάστημα βιώνουμε τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης και της προσπάθειας της κυβέρνησης  μετά και από τις κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης να  αντιμετωπίσει τα προβλήματα  φορτώνοντας για άλλη μια φορά τα βάρη στις πλάτες των εργαζομένων, των συνταξιούχων των ανέργων. Παρακολουθούμε τις προσπάθειες της κυβέρνησης και των ισχυρών οικονομικών κύκλων να αποκρύψουν τις ευθύνες για την κρίση όπως επίσης να αποκρύψουν ότι πολιτικές λιτότητας εφαρμόζονται εδώ και είκοσι χρόνια, με τους μισθούς των εργαζομένων και των δημοσίων υπαλλήλων ειδικότερα, συνεχώς να συρρικνώνονται ενώ τα κέρδη των τραπεζών και των μεγάλων επιχειρήσεων να αυξάνονται αλματωδώς.

   Η αγοραστική δύναμη των μισθών μας με τις πολιτικές που εφαρμόστηκαν μειώθηκε αυτά τα χρόνια και πριν   από την οικονομική κρίση πάνω από 30%.

   Επιχειρείται επιπλέον μείωση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων με βάση και τις κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης , επικαλούμενοι μάλιστα την ασφάλεια της μονιμότητας παραβλέποντας το γεγονός ότι οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων στην Ελλάδα αποτελούν το 55% των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων  των κρατών της Ευρωζώνης. Άλλωστε και  πάγωμα μισθών όπως προκύπτει από τις κατευθύνσεις για την εισοδηματική πολιτική του 2009 με βάση και την αύξηση του πληθωρισμού σημαίνει μείωση μισθού.

   Οι κοινωνικές παροχές για υγεία, παιδεία και κοινωνική πρόνοια περιορίζονται με συνέπεια την περαιτέρω αφαίμαξη του εισοδήματος των εργαζομένων.

   Η δημόσια διοίκηση υποβαθμίζεται συνεχώς εξαιτίας των ιδιωτικοποιήσεων, του περιορισμού των πόρων για χρηματοδότηση και της αλλαγής των εργασιακών σχέσεων. Οι προσλήψεις όχι μονίμου προσωπικού αλλά μόνο συμβασιούχων έργου,  stages, μερικής απασχόλησης κυριαρχούν με αποτέλεσμα οι επισφαλώς εργαζόμενοι με οποιοδήποτε τρόπο να αποτελούν ήδη το 25%-30% των εργαζομένων στο Δημόσιο.

   Αυτό έχει σαν συνέπεια την υποβάθμιση των δημοσίων υπηρεσιών, την  ενίσχυση των πελατειακών σχέσεων, την περαιτέρω παρέμβαση του ιδιωτικού τομέα στο δημόσιο αλλά και την κατάρρευση των ασφαλιστικών ταμείων των δημοσίων υπαλλήλων.

   Οι πολιτικές που έχουν φέρει αυτά τα αποτελέσματα  εφαρμόζονται εδώ και χρόνια από τις κυβερνήσεις και έχουν αρνητικά αποτελέσματα και για τον Έλληνα φορολογούμενο ο οποίος είναι χρήστης των υπηρεσιών του Δημοσίου αλλά και για τον εργαζόμενο ο οποίος μάλιστα συνήθως στοχοποιείται για όλα τα προβλήματα της δημόσιας διοίκησης.

   Οι δημόσιοι υπάλληλοι και ιδιαίτερα η γυναίκα δημόσιος υπάλληλος, η οποία έχει επιφορτιστεί με τα διπλά βάρη δηλ. της εργασίας και της οικογένειας που έχουν όλες οι γυναίκες στην Ελλάδα, αμείβονται με πολύ χαμηλούς μισθούς και εργάζονται  σε μια χώρα που απουσιάζουν  δομές κοινωνικής πρόνοιας και στήριξης της οικογένειας. Είναι χαρακτηριστικό ότι το επίδομα  τέκνου για τους δημοσίους υπαλλήλους είναι 18 ευρώ , ενώ δεν υπάρχουν βρεφονηπιακοί σταθμοί, κέντρα δημιουργικής απασχόλησης παιδιών, χώροι φροντίδας ηλικιωμένων, μέτρα για τη στήριξη της μονογονεϊκής οικογένειας,  δεν εφαρμόζονται δηλαδή πολιτικές που να εξασφαλίζουν και να προωθούν την ισότιμη συμμετοχή  της γυναίκας  και την εφαρμογή της ισότητας στην πράξη.

   Η απόφαση λοιπόν του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για την εξίσωση των ορίων συνταξιοδότησης ανδρών και γυναικών με το πρόσχημα της ισότητας δεν στηρίζεται σε καμιά πραγματική βάση. Αποτελεί ένα νέο κτύπημα στα ασφαλιστικά δικαιώματα των γυναικών αλλά και γενικότερα όλων των δημοσίων υπαλλήλων.

   Η παραπομπή της χώρας μας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο χωρίς να έχει προηγηθεί προσφυγή ιδιώτη, τα επιχειρήματα που χρησιμοποιήθηκαν αλλά και η στάση των ελληνικών κυβερνήσεων και ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια αποδεικνύει ότι υπήρξε μια συγκεκριμένη μεθόδευση για να οδηγηθούμε σ’ αυτό το αποτέλεσμα.

   Το επιχείρημα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου ότι η ασφάλιση των δημοσίων υπαλλήλων είναι επαγγελματική, βάση του οποίου είχε αρμοδιότητα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο ασφαλιστικό σύστημα των δημοσίων υπαλλήλων, η κατ’ αρχήν αποδοχή του επιχειρήματος από το Υπουργείο Εξωτερικών, αλλά και η απροθυμία της ελληνικής κυβέρνησης ακόμη και μετά την  επανατοποθέτησή της λόγω της αντίδρασης των δημοσίων υπαλλήλων, να αντιδικήσει με συγκεκριμένα στοιχεία αποδεικνύει ότι βασικοί  στόχοι της παραπομπής, εκτός από την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης των γυναικών, ήταν να θεωρηθεί ότι η ασφάλιση των δημοσίων υπαλλήλων είναι επαγγελματική και άρα να περιοριστεί η ευθύνη του κράτους.  

   Αυτό σε συνδυασμό με τη σημερινή κατάσταση των ταμείων, που είναι τραγική εξαιτίας των πολιτικών που έχουν ασκηθεί όλα τα προηγούμενα χρόνια, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι επιχειρείται μια θεσμοθετημένη με βάση και την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου απαλλαγή του Κράτους από υποχρεώσεις που έχει απέναντι στους ασφαλισμένους, όχι μόνο λόγω της μη συμμετοχής του στη χρηματοδότηση των ταμείων επί σειρά ετών αλλά και λόγω της καταλήστευσης των αποθεματικών και της κακής αξιοποίησης  που έγινε τα προηγούμενα χρόνια.

   Το επιχείρημα επίσης που χρησιμοποιήθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ότι η ασφάλιση είναι επαγγελματική επειδή ταυτίζεται ο εργοδότης με τον ασφαλιστικό φορέα και το οποίο δεν ανέτρεψε με  συγκεκριμένα στοιχεία η ελληνική κυβέρνηση δεν είναι αληθές και ειδικότερα :

   Από τους 396.346 που συνταξιοδοτούνται από το Ελληνικό Δημόσιο  κατανέμονται ως εξής: 

Στρατιωτικοί   107.663 
Πολιτικοί Συνταξιούχοι   196.700Απ’ αυτούς μόνο το ήμισυ δηλαδή 98.000 περίπου είναι συνταξιούχοι που υπηρετούσαν στα Υπουργεία και εκπαιδευτικοί  και είχαν εργοδότη το Κράτος ενώ οι υπόλοιποι 98.700 υπηρετούσαν σε Νομικά Πρόσωπα και είχαν εργοδότη τα Νομικά Πρόσωπα.
Θύματα Πολέμου 1912-1922      9.987 
Θύματα Πολέμου 1940-1949    13.989 
Σιδηροδρομικοί – ΟΣΕ      7.190 
Δημοτικοί – Κοινοτικοί    28.170 
ΟΓΑ – Εθνική Αντίσταση    24.395 
Κληρικοί – ΤΑΚΕ     5.352 
Βουλευτές     1.000 
Καλλιτέχνες     2.000 

 

Σήμερα οι υπάλληλοι που υπηρετούν στο Δημόσιο και στα Νομικά Πρόσωπα κατανέμονται ως εξής : 

Υπάλληλοι των ΥπουργείωνΜαζί με τους Εκπαιδευτικούς 190.529  
 Υπάλληλοι Ν.Π.Δ.Δ. 107.778
 Υπάλληλοι Ν.Π.Ι.Δ.   77.389
 Υπάλληλοι Ο.Τ.Α.   76.686

 

   Από τα παραπάνω στοιχεία τα οποία συγκέντρωσε η Α.Δ.Ε.Δ.Υ. και τα οποία δεν παρουσίασε ως όφειλε η ελληνική κυβέρνηση, για να ανατρέψει τα επιχειρήματα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αντιλαμβανόμαστε ότι η ασφάλιση στην Ελλάδα είναι κοινωνική και όχι επαγγελματική.

   Οι ευεργετικές διατάξεις που προσβάλλονται αφορούν ρυθμίσεις ασφαλιστικού δικαίου μεταβατικού χαρακτήρα για όσους συνταξιοδοτούνται από το Δημόσιο, προκειμένου να εξομοιωθούν σταδιακά τα δύο φύλα και ως προς τον τομέα αυτό σ’ εφαρμογή των κοινοτικών οδηγιών. Για το σκοπό αυτό, ο εθνικός μας νομοθέτης έλαβε υπόψη την ελληνική κοινωνική πρακτική, τα κεκτημένα ήδη ασφαλιστικά δικαιώματα των γυναικών δημοσίων υπαλλήλων και στρατιωτικών, το δημογραφικό μας ζήτημα, την εργασιακή και κοινωνική αναστάτωση που θα προκαλούσε η ανατροπή των συνθηκών συνταξιοδότησης για τις γυναίκες, καθώς και τις δημοσιονομικές και οικονομικές συνέπειες για το κράτος. Έτσι, διαμόρφωσε ένα πλέγμα κανόνων δικαίου προστατευτικό για τις γυναίκες δημοσίους υπαλλήλους, οι οποίες κατά τη διάρκεια του επαγγελματικού τους βίου έχουν αναλάβει και άλλα βάρη, όπως είναι, κυρίως, η φροντίδα του σπιτιού, η γέννηση και ανατροφή των παιδιών, η φροντίδα των ηλικιωμένων. Στη πατρίδα μας, ο ρόλος της γυναίκας στην οικογένεια είναι καθοριστικός, λαμβανομένων υπόψη και των ισχυρών παραδοσιακών προτύπων, η δε συνεισφορά της πολιτείας (σε υποδομές, οικονομική βοήθεια κλπ) για τη στήριξη της οικογένειας είναι δυστυχώς σε πολύ χαμηλό επίπεδο ακόμη, σε σχέση με τους εταίρους μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

    Έτσι είναι διαμορφωμένη η ελληνική πραγματικότητα και ο ισχυρισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης ότι τάχα, «οι δραστηριότητες ανατροφής παιδιών που ασκήθηκαν πριν τη συνταξιοδότηση δεν μπορούν να δικαιολογήσουν διαφορετική ηλικία συνταξιοδότησης για τους άνδρες και τις γυναίκες», δεν ευσταθεί, διότι οι γυναίκες, μητέρες, εργαζόμενες στην Ελλάδα, είναι ήδη σε μειονεκτική θέση σε σχέση με τους άνδρες συναδέλφους τους αφού για ένα μεγάλο διάστημα του επαγγελματικού τους βίου εργάζονται διπλά (γραφείο – σπίτι), έχουν φροντίδα παιδιών και ηλικιωμένων με συνέπεια η υπηρεσιακή τους εξέλιξη να είναι πιο επίπονη και η κόπωση μετά από χρόνια μεγαλύτερη.

   Οι γυναίκες θέλουν να παραμείνουν στην εργασία τους και συνήθως παραμένουν μέχρι την πλήρη συνταξιοδότησή τους εκτός από τις περιπτώσεις που παρουσιάζονται έκτακτα οικογενειακά προβλήματα (φροντίδα ηλικιωμένων, ασθένεια παιδιών ή συζύγου) που τις αναγκάζει να αποχωρήσουν.

   Μία ενδεχόμενη λοιπόν βίαιη ανατροπή του σημερινού καθεστώτος θα προκαλούσε πανικό λόγω αβεβαιότητας για το μέλλον και θα ανάγκαζε πολλές γυναίκες να αποχωρήσουν με αποτέλεσμα να υπάρξουν τεράστια προβλήματα στα ασφαλιστικά ταμεία.

    Συγκεκριμένα από τις 235.945 γυναίκες που υπηρετούν στο δημόσιο οι 125.544 έχουν πάνω από 20 χρόνια υπηρεσίας και οι 106.825 έχουν ηλικία πάνω από 50 χρονών καθώς επίσης και οι 136.780 πάνω από 45 ετών. Από τα παραπάνω αντιλαμβανόμαστε ότι το ήμισυ και παραπάνω του συνολικού αριθμού των γυναικών που εργάζονται στο δημόσιο έχουν θεμελιώσει (σε συνδυασμό βέβαια και με την οικογενειακή κατάσταση ) συνταξιοδοτικό δικαίωμα και άρα θίγονται άμεσα. Αυτό σημαίνει ότι ενδεχόμενη αποχώρηση μεγάλου αριθμού εξ αυτών θα προκαλέσει τεράστια προβλήματα τόσο δημοσιονομικά όσο και λειτουργικά για τη Δημόσια Διοίκηση  αλλά και αδυναμία των ταμείων να ανταπεξέλθουν.

    Σε κάθε περίπτωση όμως, υπενθυμίζουμε ότι η ισότητα διασφαλίζεται με την επέκταση των ευνοϊκότερων ρυθμίσεων και στις κατηγορίες εργαζομένων για τις οποίες ισχύουν οι δυσμενέστερες (π.χ. άνδρες), σύμφωνα, μάλιστα με το άρθρο 27 παρ. 2 της νέας Οδηγίας 2006/54/ΕΚ, η εφαρμογή της «δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση επαρκή λόγο για τη μείωση του επιπέδου προστασίας των εργαζομένων στους τομείς που καλύπτονται από αυτήν»...  

===========================

Από Εφημ. "Έθνος" της 18/3/2009

ΤΙ ΘΑ ΑΛΛΑΞΕΙ ΑΝ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΤΕΙ Η ΕΛΛΑΔΑ
Εως και 17 χρόνια παραπάνω στην εργασία
Το «Εθνος» απαντά σήμερα στα συνηθέστερα ερωτήματα των ασφαλισμένων σχετικά με τις αλλαγές που θα φέρει τυχόν καταδίκη της χώρας μας από το ευρωπαϊκό δικαστήριο:
Ερώτηση: Ποιες γυναίκες απειλούνται με αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης;
Απάντηση: Η εξίσωση των ορίων ηλικίας αφορά όσες γυναίκες μπήκαν στην αγορά εργασίας από την 1η Ιανουαρίου 1983 έως και τις 31 Δεκεμβρίου 1992 (ασχέτως της οικογενειακής τους κατάστασης). Επιπλέον οι ανατροπές αγγίζουν και τις μητέρες ανηλίκων, που ασφαλίστηκαν μετά την 1η Ιανουαρίου 1993.
Ερώτηση: Υπάρχουν εργαζόμενες στο δημόσιο που δεν απειλούνται με αύξηση των ορίων ηλικίας;
Απάντηση: Δεν κινδυνεύουν όσες γυναίκες ξεκίνησαν να εργάζονται πριν από το 1983 και έχουν προλάβει να θεμελιώσουν δικαίωμα συνταξιοδότησης. Οι συγκεκριμένες ασφαλισμένες μπορούν ανά πάσα στιγμή να αποχωρήσουν και να «γλιτώσουν» τις ανατροπές στα όρια ηλικίας.
Επιπλέον οι αλλαγές δεν αγγίζουν όσες γυναίκες ξεκίνησαν να εργάζονται μετά την 1η Ιανουαρίου 1993 και δεν σκοπεύουν να συνταξιοδοτηθούν ως μητέρες ανηλίκων. Στην περίπτωση αυτή υπάρχουν ήδη ενιαία όρια συνταξιοδότησης αντρών και γυναικών τόσο στο δημόσιο όσο και στα άλλα ταμεία.
Ερώτηση: Η εξίσωση της ηλικίας συνταξιοδότησης αφορά μόνο στις εργαζόμενες στον δημόσιο τομέα;
Απάντηση: Οι αλλαγές αφορούν στις εργαζόμενες στον δημόσιο τομέα αλλά και όσες γυναίκες απασχολούνται στον στρατό και στα σώματα ασφαλείας.
Ερώτηση: Σε περίπτωση που καταδικαστεί η χώρα μας, πόσο θα αυξηθούν τα όρια ηλικίας για τη συνταξιοδότηση;
Απάντηση: Οι εργαζόμενες στο δημόσιο θα δουλέψουν από 5 έως και 17 «έξτρα» χρόνια. Για παράδειγμα, μητέρα ανηλίκου -που προσελήφθη πριν από το 1993- σήμερα βγαίνει στη σύνταξη με 25ετία στα 50, ενώ μετά τις αλλαγές θα πρέπει να κάνει υπομονή μέχρι τα 65 έτη!
Ερώτηση: Η καταδίκη της χώρας μας στο ευρωπαϊκό δικαστήριο θα επηρεάσει τον αριθμό των συνταξιοδοτήσεων από το Δημόσιο;
Απάντηση: Οι συνδικαλιστές εκτιμούν πως θα υπάρξει μαζική φυγή γυναικών από τον δημόσιο τομέα με ότι αυτό συνεπάγεται για το ασφαλιστικό σύστημα.
Μία τέτοια εξέλιξη όχι μόνο θα δημιουργήσει προβλήματα εξυπηρέτησης των πολιτών, αλλά θα δώσει τη «χαριστική βολή» στο ασφαλιστικό σύστημα. Για παράδειγμα, το έλλειμμα στο Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίου -που σήμερα είναι 650 εκατομμύρια- θα εκτοξευτεί στα 2.8 δισεκατομμύρια ευρώ!
Σημειώνεται πως η ΑΔΕΔΥ έστειλε επιστολή στον υπουργό Οικονομίας με την οποία ζητεί τη στήριξη του ταμείου και καθιστά σαφές πως δεν δέχεται τη λύση του δανεισμού.
Ερώτηση: Η χώρα μας μπορεί να μην εφαρμόσει την απόφαση του ευρωπαϊκού δικαστηρίου;
Απάντηση: Θεωρητικά η χώρα μας θα πρέπει να εφαρμόσει την απόφαση, ωστόσο συνδικαλιστές επισημαίνουν πως υπάρχουν περιθώρια ελιγμών. Μία λύση θα μπορούσε να είναι η μείωση του αντίστοιχου ορίου συνταξιοδότησης των αντρών, κάτι που θεωρείται απίθανο με δεδομένο το υψηλό κόστος.
Εναλλακτικά, η κυβέρνηση θα μπορούσε να δημιουργήσει ταμείο κοινωνικής ασφάλισης δημοσίου έτσι ώστε να αντικρούσει τα επιχειρήματα περί επαγγελματικής ασφάλισης. Το ερώτημα είναι κατά πόσο υπάρχει η πολιτική βούληση για να λυθεί το θέμα.
Ερώτηση: Ποιες θα είναι οι επιπτώσεις από τον χαρακτηρισμό του ασφαλιστικού συστήματος του δημοσίου ως επαγγελματικό ταμείο;
Απάντηση: Θα μπορεί η Κοινότητα να παρεμβαίνει για να διαμορφώνει τους όρους ασφάλισης και τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης (δηλαδή, τα όρια ηλικίας και το ύψος συντάξεων).
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΟΚΚΑΛΙΑΡΗ
Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Πρόσφατα άρθρα