Ο Σταυρός
(και άλλα σύμβολα)
 
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) καταδίκασε πρόσφατα την Ιταλία, επειδή στις σχολικές αίθουσες έχει τοποθετηθεί σταυρός. Και στο όνομα της ισονομίας και του σεβασμού της θρησκευτικής ελευθερίας ζήτησε να αφαιρεθεί από τα σημεία αυτά το κορυφαίο σύμβολο του Χριστιανισμού. Όπως ήταν αναμενόμενο, οι αντιδράσεις που προκλήθηκαν ήταν άμεσες και πολύ έντονες, ενώ σε δημοσκόπηση που διενεργήθηκε με το ερώτημα «πρέπει να εκτίθεται ο σταυρός στις σχολικές αίθουσες;» το 84% των ερωτηθέντων απάντησε «ναι» και το 14% «όχι». Μεταξύ εκείνων που δεν πηγαίνουν ποτέ στην εκκλησία, το 68% τάσσεται υπέρ της παρουσίας του σταυρού. Το ποσοστό είναι 86% για όσους εκκλησιάζονται πολλές φορές το χρόνο και 93% για όσους εκκλησιάζονται τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα.
 
Μια άλλη είδηση, που έρχεται από τη Γαλλία αυτή τη φορά, μας πληροφορεί ότι οι Γάλλοι αρχίζουν να συζητούν για την έννοια της εθνικής ταυτότητας, για το τι σημαίνει δηλαδή γι’ αυτούς το να είναι Γάλλοι. Η συζήτηση αυτή προωθείται από τον ίδιο τον πρόεδρο της χώρας, κομβικά δε σημεία της θα είναι «ο “κοσμικός χαρακτήρας” της Γαλλικής Δημοκρατίας με τον πλήρη διαχωρισμό κράτους και θρησκείας, η γαλλική γλώσσα και τα σύμβολα: η σημαία και ο εθνικός ύμνος, γνωστός ως “Μαρσεγιέζ”».
 
Οι δυο αυτές ειδήσεις φαίνονται, με την πρώτη τουλάχιστον ματιά, άσχετες μεταξύ τους. Επισημαίνω όμως ένα κοινό στοιχείο, το ότι δηλαδή αναφέρονται σε θέματα με αξία διαχρονική: όχι μόνον αποτελούν ψηφίδες μεγάλης εμβέλειας του πανανθρώπινου πολιτισμού, αλλά και συμβάλλουν ουσιωδώς στη διαμόρφωση μιας συνολικής εικόνας, αυτής που συνηθίζουμε να αποκαλούμε «ταυτότητα».
 
Το πράγμα θα ήταν δυνατόν να υποβαθμιστεί και να μη μας απασχολήσει, με το επιχείρημα ότι ενδιαφέρει συγκεκριμένες χώρες και τους λαούς των. Θα ήταν όμως μέγα σφάλμα αυτή η θέση, καθώς σήμερα τα «σύνορα», εκτός από το ότι βάλλονται από διάφορες πλευρές και πάντως θεωρούνται αναχρονιστικό δεδομένο, εύκολα παραβιάζονται και ονειδίζονται – σαν να μην υπάρχουν.  Θα ήταν σφάλμα επειδή στις μέρες μας υπάρχουν εκείνοι που με αδημονία περιμένουν να ακούσουν κάτι για νέες «κατακτήσεις» όπου γης, ώστε να συμπράξουν και αυτοί στην προσπάθεια για εγκατάσταση μιας νέας πραγματικότητας. Θα ήταν σφάλμα και για τον επί πλέον λόγο ότι δυνάμεις αόρατες και ορατές έχουν επιβάλει και έχουν θεμελιώσει αυτό που με απροσδιόριστο δέος (και με ικανοποίηση;) ονομάζουμε παγκοσμιοποίηση.
 
Οι αυτοαποκαλούμενοι «προοδευτικοί» είναι βέβαιο πως πανηγυρίζουν. Το ερώτημα είναι αν στην αιτία των πανηγυρισμών τους περιλαμβάνεται το συστατικό της προόδου. Άλλο δε ερώτημα που προηγείται αφορά την ίδια την έννοια του όρου «πρόοδος». Γιατί μπορεί κάποιος να βρει στα λεξικά τη σημασία της λέξης αυτής, απάντηση όμως για την επί της ουσίας αξία οποιασδήποτε ερμηνείας δύσκολα θα βρει. Όχι τόσο για το λόγο ότι πρόκειται για έννοια με έντονο το υποκειμενικό στοιχείο, αλλά διότι έχει να κάμει με μια «κατάσταση πολέμου» καλά σχεδιασμένη, η οποία έχει διαχυθεί στις κοινωνίες της εποχής μας με πρωτοβουλία αλλά και με δράση εκείνων που νέμονται την κάθε μορφής εξουσία.  Ο πόλεμος αυτός, σύμφωνα με εκείνους που τον υποδαυλίζουν, γίνεται εναντίον του παλιού, εναντίον του χθες, εναντίον της «συντήρησης». Όμως, ένας νουνεχής άνθρωπος γνωρίζει ότι ένας πόλεμος σαν κι αυτόν θα έπρεπε να διεξάγεται ανάμεσα στο ωφέλιμο και στο επιζήμιο, ανάμεσα στις δυνάμεις που οικοδομούν και σ’ εκείνες που ισοπεδώνουν. Ο λόγος είναι απλός: κριτήριο δεν μπορεί να είναι η ηλικία και η παλαιότητα αλλά η χρησιμότητα.
 
Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον εντάσσεται και ο τόπος μας. Εδώ ανήκουμε και κινούμαστε και εμείς. Με λειψή ή στρεβλή πολλές φορές πληροφόρηση (αποτέλεσμα σκόπιμων ενεργειών), παρακολουθούμε την πορεία εαυτών και αλλήλων με απάθεια, σαν να έχουμε αποδεχτεί ότι το «μοιραίο» είναι αναπότρεπτο. Ξεχνάμε όμως δυο έννοιες που λειτουργούν συμπληρωματικά σε σχέση με την πορεία των ανθρώπων. Είναι η διαφορετικότητα και η συλλογικότητα. Η πρώτη προστατεύει το άτομο ή τα επί μέρους εντός της κοινωνίας σύνολα με το να αναδεικνύει καίρια γνωρίσματα της υπόστασης και της ζωής τους και με το να προκαλεί (έτσι πρέπει τουλάχιστον!) το σεβασμό των υπολοίπων. Αν η διαφορετικότητα ισοπεδωθεί, χάνονται οι δυνάμεις εκείνες οι οποίες ως συνιστώσες θα οδηγήσουν σε ισορροπημένο αποτέλεσμα. Μήπως έτσι δεν δημιουργείται π.χ. ένα οικοδόμημα στο οποίο κάθε επί μέρους στοιχείο έχει την αποστολή του επιτελώντας ευδιάκριτο έργο; Όταν δεν συμβαίνει αυτό, μιλάμε για «πλίνθους και κεράμους ατάκτως ερριμμένα»! Η συλλογικότητα, εξ άλλου, θωρακίζει την αρμονική συμβίωση των ανθρώπων, καθώς θεμελιώνεται στη «συμφωνία» για επικράτηση της πλειοψηφίας που υπάρχει σε μια δεδομένη στιγμή. Η ακύρωσή της είναι ταυτόσημη με την ακύρωση της δημοκρατίας: όταν η μειοψηφία βρίσκει τον τρόπο να επιβάλλει βιαίως την άποψή της επί της πλειοψηφίας, καταστρέφεται η κοινωνική συνοχή με ευκόλως εννοούμενα τα επακόλουθα.
Σήμερα τις δύο αυτές έννοιες σε μεγάλο βαθμό τις έχουμε βγάλει από τη ζωή μας, ίσως επειδή οι καιροί είναι πονηροί, ίσως διότι δεν πιστεύουμε πια στην αξία τους, σίγουρα όμως για το λόγο ότι κάποιοι καταφερτζήδες και αδίστακτοι μπόρεσαν να τις «απαλλοτριώσουν». Τις έχουν υπό την εξουσία τους, τις προβάλλουν με οδηγό το συμφέρον τους, τις χρησιμοποιούν και σαν όπλα για να προωθήσουν τις επιδιώξεις τους.
Μπορούμε πλέον να εξηγήσουμε και να καταλάβουμε γιατί, λίγες μόνο μέρες μετά την απόφαση του ΕΔΑΔ, σε νομό της Θεσσαλίας κάποιοι αποφάσισαν να αφαιρέσουν από αίθουσες διδασκαλίας τις εικόνες και το Σταυρό (αυτό τουλάχιστον διάβασα κάπου)! Μπορούμε, επίσης, να εξηγήσουμε αναφορές που γίνονται, πάλι από εκπαιδευτικούς, για τη σκοπιμότητα και τη χρησιμότητα εκδηλώσεων όπως οι μαθητικές παρελάσεις ή συμβόλων όπως είναι η σημαία και ο εθνικός ύμνος. Μπροστάρηδες οι Γάλλοι, πίσω τους κι εμείς, για να χτίσουμε τον καινούργιο κόσμο! Και, ακόμη, καταλαβαίνουμε πώς φτάσαμε στο σημείο να αφαιρούνται και από άλλους δημόσιους χώρους (π. χ. δικαστήρια) παρόμοια σύμβολα.
Δεν έχω καμιά αμφιβολία για το ότι διανύουμε εποχή με πολλούς κινδύνους, περισσότερους από άλλους καιρούς, να ενεδρεύουν στις παρυφές της διαδρομής. Με βάση όσα εξέθεσα στις προηγούμενες παραγράφους, οι σοβαρότεροι από τους κινδύνους αυτούς οφείλονται στο ότι έχουμε υποκύψει μπροστά στη λαίλαπα της παγκοσμιοποίησης. Η δαιμονοποίησή της όμως συνιστά μη ενδεδειγμένη συμπεριφορά που υπονομεύει τις δυνάμεις μας με το να υποβάλλει την (ψευδ)αίσθηση ότι η τύχη μας είναι προδιαγεγραμμένη.
Το παρελθόν διδάσκει ότι και άλλοτε οι άνθρωποι έζησαν μια «παγκόσμια κοινωνία». Ήταν η εποχή της ρωμαϊκής κυριαρχίας, εποχή που σημαδεύτηκε από διαφθορά, από έκλυση των ηθών, από αχαλίνωτη επίδοση σε υλικές απολαύσεις. Το αντίδοτο στην παρακμή που είχε απλωθεί ήρθε από το χώρο του πνεύματος, όπου καταλυτική επίδραση άσκησε η νέα τότε θρησκεία, ο Χριστιανισμός. Οι ομοιότητες ανάμεσα στο τότε και στο σήμερα είναι μεγάλης έκτασης. Έχοντας πνευματική νηφαλιότητα και ευθυκρισία μπορούμε να αντιληφθούμε πόσο μεγάλο θέμα εγείρεται με τις επιθέσεις που εξαπολύονται κατά των συμβόλων. Σταυρός, σημαία, εθνικός ύμνος (και πολλά ακόμη…) υψώνονται εδώ και αιώνες για να συμπυκνώνουν την κοινή πεποίθηση, την κοινή αντίληψη, την κοινή διάθεση. Υψώνονται όχι για να χωρίζουν, αλλά για να φέρνουν κοντά και να ενώνουν τους ανθρώπους. Υψώνονται και για να αποτελούν αντίβαρο στις επιλογές όσων είναι ευάλωτοι από λιποψυχία ή από ατολμία, όσων ενσυνείδητα παραιτούνται. Και ακόμη για να δίνουν απάντηση σε όσους φιλοδοξούν να προσαρμόσουν τον κόσμο στις επιθυμίες και στις επιλογές των ολίγων.
Για όλα αυτά υπάρχει ένας όρος: τα σύμβολα, τα ιερά και τα όσια δεν είναι ούτε δυνατόν ούτε αποδεκτό να χρησιμοποιούνται για ιδιοτελείς σκοπούς. Δεν προσφέρονται για συνθήματα όπως το αλήστου  μνήμης «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών». Δεν έχουν σχέση με ανθρώπους οι οποίοι βλέποντας την κακοποίησή τους κόπτονται και αγανακτούν σαν τους Φαρισαίους, ενώ την ίδια στιγμή με τη ζωή τους τα βεβηλώνουν. Η ευθεία και χωρίς μισόλογα, μοναδική δε απάντηση σε κάθε τι που ατιμάζει αυτά τα πολύτιμα συστατικά της ζωής μας είναι πως τη μεγαλύτερη σημασία και αξία έχει η ανάρτησή τους στον ιστό της συνείδησής μας. Από εκεί δεν μπορεί καμιά δύναμη να τα αφαιρέσει και να τα αφανίσει.
                                                                    
                                                Γεώργιος Ι. Λουπάσης
                                                          Φιλόλογος
                      Υποδιευθυντής Γυμνασίου Νέας Κυδωνίας Χανίων
Πηγή: http://www.alfavita.gr/artra/art10_12_9_0647.php

 

================================================================================

Μη εφαρμόσιμη  στην Ελλάδα η απόφαση ΕΔΑΔ κατά Ιταλίας
  για τον Εσταυρωμένο λόγω της «Αρχής του δεδικασμένου» !
 
Τολμηρή επιστολή του Δρ. Γ. Κρίππα στον  
«Συνήγορο του Πολίτη» ...
 
 
  • Ανεφάρμοστη στην Ελλάδα η απόφαση ΕΔΑΔ κατά Ιταλίας για θρησκ. σύμβολα  λόγω της «Αρχής του δεδικασμένου».
  • Προβληματισμός στους νομικούς κύκλους περί της νομολογιακής αντιφατικότητας του ΕΔΑΔ σχετικά με την έννοια του προσηλυτισμού:
    • Για την περίπτωση αυτή της Ιταλίας, θεωρεί προσηλυτισμό την απλή ανάρτηση του Εσταυρωμένου.
    • Αντίθετα στην περίπτωση  Λαρίση κατά Ελλάδος (αποφ. 24.2.1998), θεωρεί προσηλυτισμό συγκεκριμένες πιεστικές και έντονες ενέργειες, και όχι την απλή επίδειξη φυλλαδίων ή συζητήσεις.
  • Διαβάστε την τολμηρή επιστολή του Δρ. Γ. Κρίππα στον «Συνήγορο του Πολίτη» για να μην προτρέξουν οι συνεργάτες του από υπερβάλλοντα ζήλο να απευθύνουν σύσταση για την αποκαθήλωση των θρησκ. Συμβόλων στην Ελλάδα και εκτεθούν!
 
Δρ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΡΙΠΠΑΣ
ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΕΛΕΘ  ΠΑΝΕΠ/ΜΙΟΥ ΚΟΝΔΥΛΗ 35
17455 ΑΛΙΜΟΣ
Αθήνα 12.11.2009
Αξ. κ. Γεώργιον Καμίνην
Συνήγορον του Πολίτου
Καθηγητήν Πανεπιστημίου
Ενταύθα
 
Κοινοποίηση
Υπουργείο Παιδείας, διά Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων
1) Γραφείον Κας Υπουργού       .
2)Γενικήν Διεύθυνση Θρησκευμότων
3)Διεύθυνση Σπουδών Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
 
Αξιότιμε κ. Συνήγορε του Πολίτου
 
Λαμβάνω την τιμήν, να σας πληροφορήσω περί των τα κάτωθι, ώστε να δώσετε τις αναγκαίες εντολές προς τα αρμόδια στελέχη σας, να προσέξουν όλως ιδιαιτέρως το κατωτέρω αναφερόμενο πολύ λεπτό και καίριο θέμα και να μην προτρέξουν ως παλαιότερον, που εδημιούργησαν σοβαρό πρόβλημα με το Υπουργείο Παιδείας επικαλεσθέντα στοιχεία ανακριβή.
 
Ως ανεγνώσατε εις τον τύπον εξεδόθη η από 3.11.2009 απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων - Τμήμα 2° (υπόθεση Lautsi κατά Ιταλίας, προσφυγή Νο 30814/06), η οποία αναφέρεται εις την ανάρτηση του Εσταυρωμένου στις σχολικές αίθουσες της lταλίας. Διά την τυχόν περίπτωση που τα στελέχη σας (ως εσφαλμένως έπραξαν εις το παρελθόν δι' άλλην υπόθεση) απευθυνθούν εις το Υπουργείον Παιδείας και ισχυρισθούν, ότι η απόφαση αυτή δεσμεύει την Ελλάδα και άρα πρέπει να απομακρυνθούν οι εικόνες από τις σχολικές αίθουσες της χώρας μας, θεωρώ επιβεβλημένον καθήκον μου (και προς προστασίαν του κύρους και της προσωπικότητός σας, την οποίαν δεόντως σέβομαι και εκτιμώ, να σας ενημερώσω, ότι τοιαύτη τυχόν άποψη είναι εντελώς εσφαλμένη κατά τα νόμω κρατούντα και παρ' ημίν και παρά τη αλλοδαπή.
Και τούτο, διότι ως γνωστόν το δεδικασμένον μίας δικαστικής αποφάσεως δεσμεύει μόνον τους χρηματίσαντας διαδίκους και κανέναν άλλον βάσει της αρχής «res inter alios judicata nec nocet nec prodest»
               Προς πλήρη απόδειξη του δεδομένου αυτού σας παραθέτω τα κάτωθι στοιχεία:
 
1) Ο γνωστός πανεπιστημιακός καθηγητής της Πολιτικής Δικονομίας εις την Νομ. Σχολήν του Πανεπ/μίοu Αθηνών Κων. Μπέης εις το σύγγραμμά του «Εισαγωγή στην δικονομική σκέψη», 3η εκδ. 1981 (σελ.276) αναφέρει επί λέξει:
«Δεδικασμένο υφίσταται μόνον περί του κριθέντος δικαιώματος Δεν «δημιουργείται επομένως καμμία απολύτως δέσμευση:
«- ούτε ως προς την ερμηνεία που δόθηκε στον εφαρμοζόμενο κανόνα «δικαίου
«-ούτε ως προς την δικαστική παραδοχή της αληθείας των κρισίμων «πραγματικών ισχυρισμών
«-ούτε ως προς τον νομικό χαρακτηρισμό των αποδεδειγμένων γεγονότων «Για όλα αυτά τα ζητήματα το ίδιο δικαστήριο (ακόμη και με την ιδία «σύνθεση δικαστών) μπορεί στο πλαiσιο μίας άλλης δίκης να δεχθεί τα εντελώς αντίθετα.
Παραπέμπει δε στους λοιπούς καθηγητάς της Πολιτικής Δικονομίας (Ράμμον και Σινανιώτην), οι οποίοι δέχονται τα ίδια.
 
2) Ο έτερος (και ευρέως γνωστότατος) καθηγητής της Πολ. Δικονομίας Κ.
Κεραμμεύς εις το έργον του «Αστικό Δικονομικό Δίκαιο», 1986 εις την
σελ. 303 αναφέρει επί λέξει:
«οι δικαστικές αποφάσεις μη συνιστώσες πηγή δικαίου δεν δεσμεύουν «κανέναν, ως προς την έννοια που προσέδωσαν σε συγκεκριμένους «κανόνες δικαίου»,
 
3) τα ίδια ακριβώς δέχονται και όλοι οι αλλοδαποί συγγραφείς
   καθηγηταί, ήτοι:
4) Ο Coucher, εις το έργον του « Procédure Civile» 1978 σελ. 127
   αναφέρει επί λέξει:
«L’autorité de la chose jugée s’ impose aux parties.....Cette autorité est
« en principe relative en ce sens qu' elle n' a lieu que dans les rapports
« des parties au procès et ne joue donc pas a l' égard des tiers.
5) Ο Jauffret εις το έργο του «Manuel de Procédure Civile et voies d'
   exécution », 1980 σελ 127 αναφέρει, ότι:
«La chose jugée n' existe que vis-à-vis des personnes qui sont parties au
« procès               et ne s' etend pas aux tiers.
6) Ο Vincent εις το έργο του «Procédure Civile», 18η έκδοση, 1976 ,
   σελ 102 αναφέρει, ότι:
«la chose jugée qui lie  les plaideurs n' a aucun effet a l' égard des tiers 7) Ο Heintzmann εις το έργον του «Zivilprozessrecht", τομ. 1, 1985 σελ
   160 αναφέρει:
«Dίθ Rechtskraft wirkt zwischen den Parteien und einem Dritten nur, wenn "das Gesetz diese Rechtskrafterstreckung vorsieht.
8) Ο Ζoller εις το έργον του «Zivilprozessordnung» 15η εκδ. 1987, σελ.
   894, αναφέρει ότι:
«Die Rechtskraft wirkt grundsätzlich nur, zwischen den Parteien des rechtskräftig entschiedenen Prozesses», εις δε την σελ. 895 αναφέρει, ότι
«50 erstreckt die Rechtskraft nicht zugunsten Dritten».
9) Οι Hassenpflug-Schwind-Patschke εις το έργον τους
   «Zivilprozessordnung", τόμος Ι, 1985 σελ 128 αναφέρουν:
«schaff das Urteil Recht zwischen den Parteien».
10) Τέλος οι Schwab-GottwaId εις το έργο τους «Verfassung und
Zivilprozess» , 1984 εις την σελ. 28 αφού αναφέρουν, ότι το δεδικασμένο ισχύει μόνον μεταξύ των διαδίκων και δεν επεκτείνεται εις τρίτους, προσθέτουν, ότι η εν λόγω αρχή εις την Γερμανία και την Αυστρία προβλέπεται από το Σύνταγμα (επί λέξει: « in der Bundesrepublik und in Osterreich findet das Insti1ut der Rechtskraft seine verfassungsrechtliche Verankerung im Rechtsstaatprinzip», περαιτέρω δε αναφέρουν, ότι η αρχή αυτή ισχύει και σε πολλά άλλa κράτη)
ΠΡΟΣOXH: Η ως άνω μνημονευομένη απόφαση του Ευρωπ. Δικαστηρίου Ανθρ. Δικαιωμάτων αναφέρει και κάτι άλλο, το οποίο οι «προτρέξαντες» να θέσουν θέμα το αποσιωπούν. Αναφέρει η απόφαση αυτή (εις την παρόγραφον 47 εδάφιον d), ότι ο προσηλυτισμός απαγορεύεται (επί λέξει: «Elle lui interdit de poursuivre un but d' endoctrinement».
 
Διά περισσότερες πληροφορίες είμαι εις την διάθεση των αποδεκτών της παρούσης
 
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Ο ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΟΥ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΚΑΤΑ ΝΟΜΟΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ ΝΑ ΕΠΙΚΑΛΕΣΘΕΙ ΤΗΝ ΩΣ ΑΝΩ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠ. ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΠΟΥ ΑΦΟΡΑ ΑΠΟΚΛΕIΣΤΙΚΩΣ ΚΑΙ ΜΟΝΟΝ ΤΗΝ ΙΤΑΛΙΑ ΚΑΙ ΝΑ ΖΗΤΗΣΕΙ ΑΠΟ Το ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΝ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΝΑ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΘΟΥΝ οι ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΧΟΛΙΚΕΣ ΑΙΘΟΥΣΕΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ, ΔIΟTl ΕΝ ΕΝΑΝΤΙΑ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙ ΘΑ ΠΑΡΕΒΙΑΖΕ ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ, ΟΠΩΣ ΑΥΤΕΣ ΔΙΑΤΥΠΟΥΝΤΑΙ ΚΑΙ ΔΙΑΚΗΡΥΣΣΟΝΤΑΙ ΠΑΝΕΥΡΩΠΑΪΚΩΣ ΚΑΤΑ ΤΑ ΩΣ ΑΝΩ.
 
Με την ελπίδα, αξιότιμε Κ. Συνήγορε του Πολίτου, ότι διά της παρούσης μου σας προστατεύω από τυχόν υπερβάλλοντα ζήλον των υπηρεσιών σας, που μπορεί, να σας εξέθετε και επαναβεβαιών την προς το πρόσωπόν σας βαθεία μου εκτίμηση, διατελώ
Μετά τιμής
Δρ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΡΙΠΠΑΣ

 

Εφαρμόσιμη στην Ελλάδα η απόφαση για τον Εσταυρωμένο;
 

Γράφει ο Νικήτας Αλιπράντης, Καθηγητής Νομικής  

 

05.12.09

Μετά την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για τον Εσταυρωμένο στα σχολεία, καλό είναι να γίνουν μερικές διευκρινίσεις και για τους ανησυχούντες και για τους υπερμάχους της. Η βασική διευκρίνιση είναι ότι η απόφαση στηρίζεται σε νομικά και πραγματικά δεδομένα της Ιταλίας, που είναι τελείως ξένα προς την ελληνική πραγματικότητα και επομένως δεν μπορεί, εξ ορισμού, να έχει επιπτώσεις στον τόπο μας. 

Η βασική διαφορά έγκειται στο ότι στην Ιταλία υπάρχει εκ του νόμου υποχρέωση να εκτίθεται ο Εσταυρωμένος στις σχολικές τάξεις. Αυτή επιβλήθηκε με κρατική πράξη ήδη από το 19ο αιώνα. Και επειδή η ρωμαιοκαθολική Εκκλησία έχει από αιώνων και κρατική υπόσταση, το ζήτημα συνδέθηκε με τις σχέσεις της με το Ιταλικό κράτος, που την αναγνώρισε ως τη μόνη επίσημη θρησκεία. Μετά την επέμβαση των Ιταλών επαναστατών έγινε ένα διάλειμμα (1871-1929), αλλ’ επί φασισμού ο επίσημος χαρακτήρας της ανανεώθηκε και διατηρήθηκε μέχρι το κονκορδάτο του 1984 που τον κατήργησε, χωρίς πάντως να καταργήσει τους κρατικούς κανόνες που επέβαλλαν την σχετική υποχρέωση. Επομένως, το δικαστήριο του Στρασβούργου έπρεπε να κρίνει εάν η προβλεπόμενη από κρατικούς κανόνες υποχρεωτική έκθεση του Εσταυρωμένου ήταν αντίθετη με την ευρωπαϊκή σύμβαση δικαιωμάτων του ανθρώπου.

 Σε μας η ορθόδοξη Εκκλησία ουδέποτε διανοήθηκε να αυτοανακηρυχθεί σε κρατική εξουσία και να αξιώσει να αναγνωριστεί ως τέτοια με τα εξ αυτού επακόλουθα. Όσο για τις εικόνες, η ύπαρξή τους σε κάθε είδους εσωτερικούς χώρους και γραφεία, δημόσια και ιδιωτικά, δεν επιβλήθηκε από το κράτος. Πρόκειται για έθιμο που έχει δημιουργηθεί εδώ και αιώνες από τον σεβασμό προς τις εικόνες της συντριπτικής πλειοψηφίας των κατοίκων της Ελλάδος. Όπως είναι γνωστό για κάθε έθιμο (βλ. π.χ. τον μεγάλο νομικό H. Kelsen), δεν είναι αναγκαίο να έχουν μετάσχει στη διαμόρφωσή του όλα ανεξαιρέτως τα άτομα που διέπονται από αυτό μετά τη δημιουργία του. Ένα άλλο διαφοροποιητικό στοιχείο σε σχέση με τη δυτική Ευρώπη είναι ότι σε μάς αναρτώνται εικόνες, δηλαδή το πρόσωπο του Χριστού ή αγίων, και όχι ο Εσταυρωμένος. Έγραφε ο γάλλος ορθόδοξος Olivier Clément (προερχόμενος από σοσιαλιστική οικογένεια): «Χριστιανοί της Δύσης, γιατί έχετε αναπαραστήσει παντού τον Χριστό σαν πτώμα, σαν έναν πεθαμένο χωρίς ελπίδα;» (L’autre soleil, Stock, 1973, ελληνική μετάφραση, ‘Ο άλλος ήλιος’, εκδ. Σποράς). Αυτό ήδη σημαίνει ότι αποκλείεται η εικόνα να προκαλέσει φόβο ή αποστροφή στα παιδιά. Ως απλή έκφραση ευλάβειας, η ύπαρξη εικόνων στα σχολεία δεν υποβάλλει ούτε έμμεσα, στους μαθητές οποιαδήποτε υποκίνηση αποδοχής της χριστιανικής πίστης ή οποιαδήποτε ιδέα προτίμησής της έναντι άλλων θρησκειών ή έναντι έλλειψης θρησκευτικής πίστης.

 Έτσι, γενικά, και οι μη χριστιανοί ή αδιάφοροι γονείς και μαθητές ούτε ενοχλούνται ούτε θεωρούν ότι προσβάλλεται η ελευθερία συνείδησής τους ή οποιαδήποτε άλλη πίστη τους. Αν υπάρξουν κάποιοι στην Ελλάδα που ενοχλούνται ιδιαίτερα ή οργίζονται από τη θέα των εικόνων, απλώς δείχνουν ότι εμφορούνται από ένα είδος μισαλλοδοξίας, αντίστοιχης με εκείνης ορισμένων φανατικών θρησκευόμενων, στάση που, για αυτόν τον λόγο, δεν προστατεύεται από την εσωτερική ή τη διεθνή έννομη τάξη. Διότι προστατεύεται μεν και η αρνητική – θρησκευτική και κάθε άλλη – ελευθερία (ελευθερία να μη...) αλλά το ζήτημα είναι πότε και υπό ποιές προϋποθέσεις αυτή προσβάλλεται.  Στο θέμα αυτό, η απόφαση παραπέμπει στην υπόθεση Young, James and Webster που αναφερόταν στην (αρνητική) συνδικαλιστική ελευθερία (1981).

Στην απόφαση αυτή το Δικαστήριο του Στρασβούργου είχε απαιτήσει να ασκείται σοβαρή εξαναγκαστική πίεση (contrainte grave) στους εργαζομένους προκειμένου να συνδικαλισθούν. Μόνον τότε έκρινε – και έκτοτε θεωρείται – ότι θίγεται ο ίδιος ο πυρήνας της αρνητικής ελευθερίας και επομένως ότι υπάρχει προσβολή της. Ασκείται μία τέτοια και τόση πίεση στους μαθητές ιταλικών σχολείων; Είναι πολύ αμφίβολο και πάντως στην Ελλάδα είναι βέβαιο ότι δεν ασκείται. Ας μη παραβλέπεται ότι, όπως έλεγε ο καθηγητής Α. Μάνεσης, οι συνταγματικοί ή οι διεθνείς κανόνες που θεσπίζουν την θρησκευτική ελευθερία δεν είναι δυνατό να ερμηνεύονται ερήμην της κοινωνικής πραγματικότητας. Αυτό ισχύει άλλωστε για όλα τα δικαιώματα του ανθρώπου (βλ. W. Hassemer / W. Hoffmann-Riem / J. Limbach, Grundrechte und soziale Wirklichkeit, 1981, ιδίως σελ. 39-76). Εξάλλου σ’ εμάς, η ύπαρξη εικόνων σε δημόσιους χώρους δεν συνδέθηκε ποτέ ούτε συνδέεται με το σύστημα σχέσεων Πολιτείας και Εκκλησίας.

Ακόμη και αν επικρατούσε στην Ελλάδα το λεγόμενο λαϊκό (κοσμικό) κράτος, αυτό δεν θα είχε ως συνέπεια την απομάκρυνση των εικόνων, δηλαδή την κατάργηση ενός εθίμου αιώνων. Νόμος θα μπορούσε να το καταργήσει; Ούτε αυτό φαίνεται δυνατό, γιατί, όπως γράφει ο πρώην Πρύτανης του Πανεπιστημίου του Στρασβούργου και Πρόεδρος της Νομικής Υπηρεσίας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθηγητής J. P. Jacqué, το σύστημα του “λαϊκού” κράτους «δεν πρέπει να επιδιώκει να διαγράψει το παρελθόν και, αν το κάνει, θα προσβάλλει την ελευθερία συνείδησης των πολιτών».

 Αλλά έχει ίσως μεγαλύτερη σημασία να συνειδητοποιηθεί ότι, όπως έχει δεχθεί και το ιταλικό συνταγματικό δικαστήριο, η ίση προστασία της συνείδησης κάθε προσώπου δεν αντιφάσκει με την δυνατότητα μιας διαφορετικής νομικής ρύθμισης των σχέσεων μεταξύ κράτους και των διαφόρων θρησκειών.

 Ιδίως όταν πρόκειται για χώρες, όπως η Ελλάδα, με θεμελιακά διαφορετική θρησκευτική ιστορία απ’ αυτήν της Δύσης, ο απόλυτος χριστιανικός αποχρωματισμός του κράτους κατά το γαλλικό “λαϊκό” πρότυπο δεν μπορεί να θεωρηθεί ως απαραίτητος εκσυγχρονισμός αλλά μάλλον ως αθεμελίωτη ευθυγράμμιση με αλλότρια πρότυπα. Και πάντως η απομάκρυνση των εικόνων από τους δημόσιους χώρους, άσχετα από την νομιμότητά της, θα έπαιρνε τον χαρακτήρα επιβολής ενός μέτρου ενάντια στη θέληση των πολλών χωρίς αυτό να δικαιολογείται από οποιαδήποτε προσβολή της ελευθερίας των ολίγων. 

Νικήτας Αλιπράντης

Καθηγητής Νομικής

 Πανεπιστημίου Θράκης και Στρασβούργου

Πηγή: http://www.romfea.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=3616&Itemid=1

Πρόσφατα άρθρα