" ΆΚΡΩΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΝ… "
"
Στρώνω το τραπέζι και δεν ξεχνώ: έξι σερβίτσια, έξι φέτες ψωμί, η σαλάτα στο κέντρο, το μπωλ με το τυρί φέτα παραδίπλα, οι ελιές " οι δικές μας " επίσης συνάμα με τις ελιές " του εμπορίου " που αρέσουν στον μπαμπά μας, το μπωλ με το τζατζίκι και την μεγάλη κουτάλα μέσα, που αρέσει τόσο πολύ στον Ευρυβιάδη και η μαγική πρόταση ξεγλυστράει απ' τα χείλη μου: " Παιδιά, ελάτε, το τραπέζι είναι έτοιμο για να φάμε… "
Λίγα δευτερόλεπτα αρκούν και η κουζίνα γεμίζει φωνές, " εξυπνάδες " και παράπονα: " Ωχ, πάλι αυτό το φαγητό έχουμε "; " Μαμά, πότε θα μας κάνεις επιτέλους σουτζουκάκια "; " Εγώ, θα το φάω όλο το φαϊ μου, για να γίνω πιο δυνατός από το Χαράλαμπο… " " Σταματήστε, βρε, να μιλάτε! Δεν κάναμε την προσευχή… "
Όλα τα χέρια διασταυρώνονται σε μία γροθιά, τα κεφάλια σκύβουν πάνω από το ευλογημένο πιάτο και όλες οι " σοβαρές " πλέον φωνούλες αρχίζουν ν' απαγγέλλουν τις μικρές κουβεντούλες της προσευχής, που τους έμαθε στον νηπιαγωγείο η Κα Ευτέρπη:
" Έλα Χριστέ και Παναγιά
και κάθισε κοντά μας
κι ευλόγησε το τραπέζι μας
με όλα τα φαγητά μας.
Να φάμε να χορτάσουμε
κι Εσένα να δοξάσουμε.
Διευχών των Αγίων Πατέρων ημών… "
Τα χέρια κάνουνε έναν βιαστικό σταυρό και κατόπιν πιάνουν τα κουτάλια και αρχίζουν να τρώνε έως ότου χορτάσουν. Κατόπιν, εγκαταλείπουν το τραπέζι σαν βομβαρδισμένο τοπίο και στρώνονται φαρδιά πλατιά στην τηλεόραση, για να δουν κανένα παιδικό απ' τα πολλά της προσφοράς.
Μένω πίσω για να τακτοποιήσω, να συμμαζέψω, να πλύνω τα πιάτα και να επαναφέρω την κουζίνα στην πρωταρχική της μορφή. Μία διαδικασία καθημερινότητας δίχως μεγάλη σημασία απ' τη στιγμή που η οικογένειά μου δηλώνει χορτάτη, το ίδιο κι εγώ. Η οικογένεια που μας χαρακτηρίζει από την ουσία της και όχι απ' το όνομά της. Η οικογένεια που μας σημαδεύει χωρίς να τη σημαδέψουμε. Η οικογένεια που όλοι μας την έχουμε για τους άλλους, πόσοι όμως από εμάς την έχουμε και για τον ίδιο μας τον εαυτό; Όλοι, λίγοι, κανένας;
Η έννοια της οικογένειας είναι τεράστια. Κανένα λεξικό δεν μπόρεσε να τη ντύσει, κανένα σπιτικό δεν κατάφερε να τη στεγάσει, κανένα ζευγάρι χέρια δεν μπόρεσε να την αγκαλιάσει και να την κάνει δική του. Στο λεωφορείο της οικογένειας υπάρχουν θέσεις για τους συγγενείς εξ αίματος, για τους συγγενείς εξ αγχιστείας, για τους φίλους και για τους εχθρούς ακόμη, για όλους τους ξένους που σε κάποια φάση της ζωής τους κλήθηκαν να γίνλουν γνωστοί και για όλους τους γνωστούς που σε κάποια φάση της ζωής τους κλήθηκαν να γίνουν ξένοι. Μία μεγάλη οικογένεια των ανθρώπων, που στοιχειοθετείται από αμέτρητες μικρές – μικρές οικογένειες με ονοματεπώνυμο. Μία αόριστη οικογένεια, που στοιχειοθετείται από χιλιάδες ορισμένες οικογένειες με διεύθυνση κατοικίας, κάπου ανάμεσα στις γειτονιές του κόσμου. Ένα τέτοιο κομμάτι του παζλ είναι και η δική μου οικογένεια, ένα τέτοιο κομμάτι του παζλ είναι και η δική σου οικογένεια.
Πόσο ευλογημένοι είμαστε όλοι οι " μπαμπάδες " και οι " μαμάδες "! Πόσο οι ζωές μας ευωδιάζουν από ουσίες και πεμπτουσίες μονάκριβες και ανθοφορούσες! Πόσο " ζητιάνοι " φαίνονται κι ακούγονται οι άλλοι έξω από την πόρτα μας! Πόσο χαρισματικοί και υπεύθυνοι πρέπει να καταγραφτήκαμε για να φιλοξενούμε το μέλλον στα τραπέζια, στα κρεβάτια, στην ακούραστη και ασταμάτητη καθημερινότητά μας; Πόσο ελπιδοφόρα μπορεί να οριστεί μία οικογένεια, όταν χαμόγελα αγάπης στολίζουν τα πρόσωπά της, δύναμη θέλησης και προσφοράς κινεί τα πόδια της, δάχτυλα φροντίδας και τρυφερότητας ευεργετούν τα χέρια της, πόσο ελπιδοφόρα μπορεί να οριστεί μια οικογένεια όταν δεν παραμείνει στο " ελπίζω ", αλλά βαδίσει στο " διεκδικώ ", έπειτα στο " κατακτώ " και τέλος στο " διατηρώ ";Πόσο ελπιδοφόρα μπορεί να οριστεί μια οικογένεια που δεν είναι φτιαγμένη για ανθρώπους, μα ΑΠΟ ανθρώπους! Απ' την άλλη, είναι λίγο μάταιο να μιλάμε για οικογένειες στο νεκροταφείο των ανθρώπινων ψυχών, δεν νομίζετε;
Ανοίξτε τα χέρια διάπλατα και αγκαλιάστε. Κολλήστε τα χείλη σας σε τρυφερά μαγουλάκια, παχουλά μπουτάκια, δραστήρια χεράκια και μην σταματάτε να φιλάτε και να ξαναφιλάτε και να ξεχνάτε να σταματάτε. Αυτό κατ' ουσίαν έχετε ανάγκη κι εσείς και τα παιδιά σας. Αυτό και μόνον αυτό θα θρέψει την οικογένειά σας και θα την κάνει δυνατή. Αυτό και μόνον αυτό θα της δώσει τα αντισώματα που χρειάζεται για να υπερπηδήσει τούτη την κρίση και κάθε κρίση που η κυριαρχία της στην ύλη έχει κατακτήσει το δικαίωμα να καρφώνει πρόκες στα τραπέζια μας, στις ντουλάπες μας, στις δουλειές μας, στη διασκέδασή μας, σε κάθε είδους περιτύλιγμα, που κρύβει μέσα την ευδοκία της αγάπης και της χαράς μας. Το δικαίωμα όμως και κάθε δικαίωμα σταματά εκεί. Το ατσάλι από τις πρόκες δεν μπορεί να φτάσει πιο βαθιά. Δεν μπορεί να μας μολύνει, να μας πονέσει, να μας ματώσει, να μας σκοτώσει! Το δικαίωμα της κρίσης δεν μας φτάνει, παρά μόνον εάν εμείς οι ίδιοι το πλησιάσουμε, εάν εμείς οι ίδιοι καταθέσουμε το μάχιμο δικαίωμα της διεκδίκησης στο βωμό της παραίτησης, της καταδίκης, της εκτέλεσης. Τότε, εμείς θα είμαστε λίγοι για τις οικογένειές μας και όχι τα αγαθά που δυνάμεθα να αγοράσουμε. Εμείς θα έχουμε προδώσει τα σπίτια και τα παιδιά μας και όχι ο κάθε είδους και χρώματος πολιτικός. Τότε, εμείς θα κρατάμε τη γόμα που έσβησε το μέλλον από το χάρτη και όχι το αύριο που γεννήθηκε με λιγότερα στην ανθρώπινη τσέπη και στην ανθρώπινη συναλλαγή.
Τα πλούτη του κόσμου όλου μέσα στα σπίτια μας… Ρίξτε μια ματιά τριγύρω και αρχίστε να μετράτε μία μία τις αγάπες σας. Καθώς μετράτε, ξαναθυμηθείτε πόσο πολύ τις αγαπάτε, γιατί τις αγαπάτε, πόσο ιδιαίτερη είναι η κάθεμία από τούτες τις αγάπες ξεχωριστά, πόσο η μοναδικότητα του ατόμου μεταλλάσσεται σε θεσπέσιο Έργο Τέχνης, αθάνατο, ανεκτίμητο, αναντικατάστατο, άγονο σε κάθε προσπάθεια αντιγραφής ή απομίμησης.
Η γκαλερί " Οικογένεια " είναι η πρώτη μας δουλειά. Η γκαλερί " Οικογένεια " έχει ανοίξει και σας περιμένει. Όχι για να πουλήσει. Όχι για ν΄αγοράσετε. Μα, για να ξανασμίξετε με τη χαμένη σας ελπίδα. Ψάξτε, βρείτε την και ξετρυπώστε την. Κάπου εκεί, στα μεγάλα, ζωηρά μάτια του γιου σου, στην αυθόρμητη σφιχτή αγκαλιά της κόρης σου, στα κατάκοπα χέρια του μπαμπά που δούλευε όλη την ημέρα, στη γάργαρη υπομονή της μητέρας, που περίτεχνα ξέρει να πλέκει προγράμματα και ισορροπίες. Η γκαλερί " Οικογένεια " είναι το καταφύγιο και το ορμητήριο της ελπίδας. Βρείτε την και προστατέψτε την. Είναι και αυτή το κατατρεγμένο μοναχοπαίδι του μέλλοντος. Χωρίς αυτήν, το αύριο πεθαίνει σήμερα.
Βασιλεία Α. Δουκακάρου
——
" Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΦΩΝΗ ΜΑΣ "
Τούτος ο κόσμος δεν κάνει λίγη ησυχία, για ν' ακούσουμε όσα ψιθυρίζουν για να τ' αφουγκραστούμε. Κλείστε λίγο την τηλεόραση και το ραδιόφωνο, κλείστε τις επιθέσεις σε όσα εκνευρίζουν, παγώστε τις μεγαλοπρεπείς πράξεις εντυπωσιασμού, στρίψτε λίγο την κάνουλα της μορφωμένης υπεροχής για να φτωχείνεται μιαν ιδέα τη ροή της προσωπικής καταξίωσης, που επιθυμήσατε να δείτε ποτάμι για το δικό σας ταμπεραμέντο και χείμαρρο για το ταμπεραμέντο των άλλων. Πάψτε να μιλάτε για να σας ακούσουν και ακούστε λιγάκι τον εαυτό σας που εκμυστηρεύεται. Απραγματοποίητα όνειρα, ακατέργαστα ταλέντα, μικρές και μεγάλες φαντασιώσεις, που μία πραγματικότητα τις απέβαλλε, γιατί δεν βρήκε χώρο και χρόνο για να τις επεξεργαστεί, να τις ντυθεί και τελικά να διαπιστώσει ότι " της πάνε ". " Πάνε " στον άνθρωπο τα μουρμουρητά των προσωπικών του αναζητήσεων, εκφράζουν τη μοναδικότητά του πέρα από τη σάρκα, πέρα από τις συντροφικές του δοσοληψίες με το χρήμα ή τον έρωτα ή τη δόξα ή το μαρασμό, που τον κατήντησε " λεπρό ". Κι εγώ κι εσύ διψάμε όχι για το νερό του κόσμου, μα για το νερό της δικής μας βρύσης. Η βρύση της επιθυμίας δηλώνει γονιμότητα ψυχής.
Λίγος χρόνος απ' το " κατεστημένο " τικ – τακ για την ακατάστατη φωνή μέσα μου που θέλει να ζωγραφίσει, να ρουφήξει τα χρώματα του ορίζοντα και να μείνει άπνοη, λίγος χρόνος για το αγαπημένο μου τραγούδι, τη συλλογή από σπάνια κοχύλια, λίγος χρόνος για να κάνω τα " θέλω " μου δημιουργία χωρίς να ρωτήσω κανέναν και χωρίς να το πω σε κανέναν. Η ψυχή ξέρει να εκμεταλλεύεται τις ελευθερίες της, όσο εμείς δεν της περνάμε χειροπέδες. Όσο εμείς ξέρουμε να διαφυλλάτουμε τα δυνατά φτερά της και δεν επιδιώκουμε σώνει και καλά να τα βλέπουμε με δάχτυλα.. Δάχτυλα έχουν οι υποθέσεις της καθημερινής μας ρουτίνας, τα πολλά, τα βιαστικά, τα κρίσιμα, τα της δουλειάς και της οικογένειας, όλα όσα μπαίνουν στο κεφάλι μας σαν βουητό και δεν μπορούμε πια να ξεχωρίσουμε τους ανθρώπους από τις μέλισσες. Σε κάθε κυψέλη υπάρχει η βασίλισσα που επιλέγει και οι κηφήνες που επιλέγονται. Το στέμμα της επιλογής είναι δικό σας, φτάνει να βρείτε χρόνο να το περάσετε στο κεφάλι σας.
Βασιλεία Α. Δουκακάρου
Μέλος Συνδέσμου Πολυτέκνων Λέσβου
————–
" ΑΛΑΖΟΝΙΚΑ ΜΠΡΟΣΤΑ… "
Μην συγχέουμε, φίλοι μου, την ταπεινότητα με την αδυναμία. Μην καβαλικεύουμε την προσωπική μας επιτυχία για να καμαρώσουμε την αποτυχία του άλλου από πιο ψηλά, για να μας χαλαρώσει το μεγαλύτερο βάθος. Δεν είναι η αλαζονεία εκείνη που θα κάνει τα φτερά μας πιο πλατιά και τα κότσια μας αξιοζήλευτα. Δεν είμαστε τίποτε παραπάνω απ' όσα κατορθώσαμε, μα και πολλά λιγότερα απ' όσα μας χαρίστηκαν. Άνθρωποι που μας πίστεψαν, καταστάσεις που μας διευκόλυναν, λίγα από τα τυχερά που μας έλυσαν τα χέρια και να' μαστε εδώ με πλάτη σ' αυτόν που ακολουθεί και το αχόρταγο βλέμμα στην πλάτη εκείνου που μας προσπέρασε. Μην φουσκώνεις σαν το παγόνι και κορδώνεσαι σαν την πέρδικα. Αυτά τα καμώματα ανήκουν στο ζωικό βασίλειο και όχι σ' ένα ανθρώπινο κυνήγι εντυπώσεων. Γρήγορα θα καταλάβεις ότι είναι προτιμότερο να σε κοστολογούν για λιγότερα και να τους ξεπληρώνεις με το παραπάνω, παρά να χρωστάς τα παραπανίσια που είπες και έκανες στο μεθύσι της αλαζονείας σου.
Η ταπεινή συμπεριφορά είναι το γνήσιο αποτύπωμα του λόγου και του έργου μας. Όσα αξίζουν να εκτιμηθούν δεν θα χαθούν, γιατί δεν γίναμε ντελάληδες και μάνατζερς του εαυτού μας. Προώθηση χρειάζονται τα αδιευκρίνιστης ποιότητας, τα ηχηρά αλλά παράφωνα, τα εντυπωσιακά, που ξέρουν να κλέβουν εντυπώσεις και όχι να τις κερδίζουν. Η ουσία είναι αυτό που απομένει τελικά από το κοσκίνισμα μιας αρετής και μιας κακίας. Η αρετή είναι το μονοπάτι της αυτογνωσίας, της αυτούσιας δύναμης ψυχής και των αναπτυσσόμενων δυνατοτήτων. Η κακία είναι η λεωφόρος των φωτεινών επιγραφών, των " βολεμένων " φαντασιώσεων και των εξυπηρετικών προσωπείων, που σε " φτιάχνουν " για τους άλλους, γιατί έτσι μόνο " φτιάχνεσαι " τελικά με τον εαυτό σου. Η πραγματικότητα πληγώνει, μα είναι ο μόνος σίγουρος δρόμος που θα σ' οδηγήσει στα όνειρά σου. Η μύτη που φτάνει κι αγγίζει τα σύννεφα ένα πράγμα μυρίζεται σίγουρα: " αέρα στα μυαλά μας "! Για να προσγειωθούμε και να μυρίσουμε λίγο από ανθρώπινη σάρκα! Ναι, υπάρχουν κι άλλοι άνθρωποι πέρα από τον εαυτό μας…
——-
" Απόρριψη ή Αποδοχή " ;
Δεν μπορώ να θυμηθώ τον αριθμό των αποτυχιών που οδηγούν, τελικά, σε μιαν επιτυχία. Το μαράζωμα ονείρων και προσδοκιών που έζησαν μόνο για να γεράσουν. Τον βιασμό της ανθρώπινης ψυχής από τον άνθρωπο που πρόλαβε και εντάχθηκε νωρίς στην κοινωνία και έμαθε πρώτα να αδικεί και τελευταία να αδικείται. Μα, ποιος μπορεί να καταδικάσει τον ήδη καταδικασμένο στους χειρισμούς μιας σκακιέρας; Εκείνον που κατέληξε πιόνι στα σκληροτράχηλα χέρια των λίγων και ισχυρών; Ίσως η δική του θέληση να δοκιμάστηκε σε μεγαλύτερους αγώνες από τη δική σου. Ίσως η αντοχή του να κατακερματίστηκε σε μία αδυσώπητη κατά μέτωπον επίθεση. Ίσως, τελικά, το να γίνεις ένα με τους πολλούς της κοινωνίας χρειάζεται μεγαλύτερη αυταπάρνηση από το να είσαι ένας και να κάνεις τρίπλες με την ανθρωπιά σου στο δικό σου γήπεδο. Στο παιχνίδι της ζωής χρειάζονται πολλά ζευγάρια πόδια. Και αν κάποια από αυτά σε κλωτσήσουν άτιμα και σε ρίξουν, άλλα θα σου δώσουν την πάσα για να σκοράρεις. Η υπομονή είναι εκείνη που ξεδιπλώνει την τέχνη ή την κακοτεχνία.
Τεράστια η ανυπομονησία της γνήσιας προσφοράς. Κι όσα περισσότερα δικά σου ιερά βαραίνουνε τα χέρια σου, τόσο βιάζεσαι να τα προικίσεις στη δουλειά, στη σχέση σου, στη δυνατή φιλία. Κι όμως, ο κόσμος φοβάται τα μεγάλα και ειλικρινή και σφίγγεται, στριμώχνεται, νιώθει άβολα μαζί σου και σου γυρίζει την πλάτη. Σ' απορρίπτει, γιατί του θύμησες όλα όσα εκείνος αναγκάστηκε ν' απορρίψει ώσπου να βρει δουλειά, να κάνει οικογένεια, ν' αποκτήσει φίλους, να ενταχθεί σ' αυτό που λέμε κοινωνική μηχανή. Μπορείς να περιμένεις όπως ακριβώς είσαι, ώσπου να βρεθεί ο άλλος ασυμβίβαστος που θα χαρεί τα ευεργετήματά σου και δεν θα τα δει ως απειλή, αφού ο ίδιος έχει απογειώσει ήδη τα δικά του. Μπορείς ν' αρχίσεις να φανερώνεις λίγα κάθε φορά, πτυχές του εαυτού σου μεμονωμένες, μα το ίδιο αληθινές. Όπως και να' χει, θα έρθει η ώρα που θα σε ξεδιψάσει. Η προσφορά σου θα είναι μέγιστη σ' έναν κόσμο που μαθήτευσε το να δίνει, για να σπουδάσει, τελικά, το να παίρνει.
Βασιλεία Α. Δουκακάρου
—
" ΜΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΘΕΝΑ ΜΑΣ "
Κάτω από το άγαλμα της Ελευθερίας, με την πυγμή ενός δαυλού και την γιγάντια κορμοστασιά της θέλησης. Η Ελευθερία είναι η προαγωγός της πραγματικότητας. Ο,τιδήποτε αναγκαστούμε να κάνουμε, γιατί έτσι πρέπει, γιατί μας το επιβάλλει ο άλλος, γιατί η γνώμη μας δεν είναι βιώσιμη πέρα από τον εαυτό μας, είναι προσποιητό, επομένως ψεύτικο και με ημερομηνία λήξης. Η πίεση συσωρεύεται και κάποτε γίνεται η έκρηξη. Θύματα όλοι οι κοντινοί σου. Εσύ υπήρξες θύμα για τόσον καιρό…
Η γνώμη που επιβάλλεται δεν είναι κατάκτηση, αλλά αδυναμία. Δεν έχω τη δύναμη να πεισω και βρίσκω άλλον τρόπο να πείσω τον εγωισμό μου ότι έχω άποψη και κότσια. Κότσια έχουν και άλλα ζωντανά, μα δεν καταλογίζονται στους ανθρώπους. Ο Θεός μας έδωσε την ελεύθερη βούληση για να την χρησιμοποιούμε κατ' επιλογήν. Μπορούμε να επιλέξουμε τι θα κάνουμε στο δικό μας σταυροδρόμι μιας Αρετής και μιας Κακίας. Τα διπλανά σταυροδρόμια είναι για άλλα πόδια, εκτός κι αν είμαστε σαρανταποδαρούσες.
Πόση αξία μπορεί να έχει μια κατάφαση δεμένη με χειροπέδες! Ένα σκλαβωμένο " Εντάξει " από χείλη που τρέμουν από θυμό ή από φόβο! Οι συνειδήσεις δεν γεννήθηκαν για τους βαρβάρους. Οι συνειδήσεις είναι κρυστάλλινες φωνές. Πρώτα θα σιωπήσουν. Έπειτα θα ραγίσουν. Σαν ξεσπάσουν, τα γυαλιά θα ματώσουν και θα ματωθούν. Η αιμορραγία μπορεί κάποτε να κοπάσει. Τα γυαλιά, όμως, δεν θα γίνουν ποτέ ξανά κρύσταλλοι.
Η Ελευθερία είναι η σιγανή φωτιά της ζωής. Το φαγητό δεν θα κολλήσει, η κατσαρόλα δεν θα ξεχειλήσει, το σπιτικό μας δεν θα μείνει νηστικό. Δέσε πίσω τα χέρια σου και δοκίμασε να χαιρετήσεις το φίλο, ν' αγκαλιάσεις τη γυναίκα σου, να παίξεις με το παιδί σου. Αν εσύ δεν μπορείς να το κάνεις, πώς μπορείς να έχεις την απαίτηση να το κάνουν εκείνοι; Λύσε τα δικά τους χέρια και θα δεις για πότε τα δικά σου θα βγάλουν φτερά. Αρετή, λοιπόν, ή Κακία;
Βασιλεία Α. Δουκακάρου
—————————-
" ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΟ ΦΥΛΟ ΤΗΣ "
Γυναίκα: όρος παρεξηγήσιμος και παρεξηγιάρικος. Το " αδύναμον φύλο " κατά τους περισσότερους. Το φύλο που επιλέχθηκε από το Θεό για ν' ανταπεξέλθει το βάρος της τεκνοποίησης κατ' εμέ. Τυχαία επιλογή; Ίσως. Αν παραδεχτούμε ότι η μαστοριά και η αλληλουχία του κόσμου τούτου έγινε κι εκείνη κατά τύχη.
Ο άντρας είναι πράγματι η κεφαλή της οικογένειας. Η γυναίκα, όμως, είναι ο λαιμός, που στρίβει το κεφάλι προς κάθε κατεύθυνση. Δεν θ' ασχοληθώ καθόλου με το λαιμό που σκύβει ανήθικα και που χρειάζεται τις φάπες του. Θ' ασχοληθώ με τον στητό λαιμό, τον υπερήφανο, εκείνον που κρατά την κεφαλή ψηλά, σεβούμενη το βάρος και τη σημασία της.
" Τι γυναίκα είσαι εσύ και δεν σηκώνεις μύγα στο σπαθί σου", μου λέει ο άλλος. Ίσως είμαι από αυτές που δεν σηκώνουν τη μύγα, για να μην σηκώσουν το σκαθάρι ή το γάιδαρο αργότερα, σκέφτομαι. Η δύναμη του λόγου, της ανθρωπιάς ή της αξιοπρέπειας δεν πάνε κατά φύλο. Αυτά είναι μεστές αξίες και πάνε κατά άνθρωπο. Ποιος θα μου ποδοπατήσει κατακτήσεις ψυχής, που έχτισα λιθαράκι – λιθαράκι; Ποιος θα βουλώσει τ' αυτιά μου σε κουβέντες που ματώνουν τα θεμελιώδη ιδανικά μου; Ποιο αντρικό κορμί θα σταθεί εμπόδιο στη λεβεντιά και στον αντρίκιο λόγο που κρύβω μέσα μου;
Όχι, αγαπητοί μου! Η πυγμή δεν κρύβεται στη γροθιά, μα στην ψυχή. Δεν φταίει καμία γυναίκα που υπάρχουν άντρες με φουστάνια, ούτε γίνεται κανένας άντρας με το να κατηγορήσει εκείνη που φοράει παντελόνια. Μόνος σου κερδίζεις το σεβασμό, μόνος σου στηρίζεις την αξιοπρέπειά σου, μόνος σου επιβάλλεις τα λεγόμενά σου με ζουμερά επιχειρήματα. Όσοι αρέσκονται στο να κρύβονται πίσω από τη μάσκα του φύλου, καταντάνε τη ζωή τους μιαν Αποκριά.
Δεν βγάζω το καπέλο ούτε στον άντρα, ούτε στη γυναίκα. Βγάζω το καπέλο στον άνθρωπο που ξέρει την αξία του και δεν επιτρέπει σε κανέναν να τη μαγαρίζει κατά βούληση και κατ' εξακολούθηση. Μπορείτε τώρα να διαλέξετε: Φουστάνι ή παντελόνι;
Βασιλεία Α. Δουκακάρου
Μέλος Συνδέσμου Πολυτέκνων Λέσβου
———————-
" Η ΣΑΡΚΑ ΤΡΕΦΕΤΑΙ ΚΑΙ ΤΡΕΦΕΙ "!
Πώς τα λένε τα πουλιά, αυτά τα πεινασμένα, που τρέφονται από τη νεκρή σάρκα; Στριφογυρίζει το γαμψό βαθυκόκκινο ράμφος τους στο μυαλό μου και αυτό το " τράβα – σκίσε " σαν επιμορφωτικό ντοκιμαντέρ καθηλώνει τις εμπειρίες μου στον καναπέ. " Όρνεα " τα είπε κάποιος και άρχισα να θυμάμαι ποιους είδα από πάνω μου όταν οι δυνάμεις μου μ' εγκατέλειψαν κι έπεσα. Μάλλον έμοιαζα με ψοφίμι. Χνώτα που βρωμάνε από την αγανάκτηση. Σώμα παραδομένο στα φιλιά του λεπρού. Ο ιδρώτας της θέλησης ζευγαρωμένος με τον ιδρώτα της προσπάθειας σε μια παχύρευστη μάζα απραγματοποίητων ονείρων. Τα καρφιά των ξένων συνειδήσεων ατσάλινοι μάρτυρες της επέλασης των βαρβάρων. Εκείνων που είχαν το ύψος μου, γι' αυτό κι έφτιαξαν ένα κρεβάτι μόνο για μένα. Ένα κρεβάτι για να ξαπλώσω και να μην τους κοιτάξω ποτέ πια μέσα στα μάτια. Έχουν και τα πουλιά μάτια, έτσι δεν είναι;
Πώς τα λένε τα πουλιά, αυτά τα πεινασμένα, που τρέφονται από τη νεκρή σάρκα; Παραμονεύουν τον θάνατο στη γωνία και μελαγχολούν που δεν έχουν χέρια να τον σπρώξουν λιγάκι να πάει πιο γρήγορα. Έχουν όμως όρεξη, μεγάλη όρεξη για ζεστό κρέας, κρέας γραφείου, κρεβατοκάμαρας, κρέας φιλικό, συγγενικό, κρέας πολύ ανθρώπινο για τα γούστα τους, αυτό που πάντα βρίσκουνε το πιο χορταστικό. Ένας θάνατος μοιρασμένος σε τόσες ασήμαντες ζωές! Ζωές με ράμφος, νύχια και δόντια.Τα πούπουλα μαδάνε στα κοπλιμέντα, στις χειρονομίες καλής θέλησης, στα χαϊδολογήματα λόγων και πράξεων. Εκείνος που θα μαγειρέψει το φαγητό, εκείνος ξέρει και τα υλικά που θα βάλλει τελικά μέσα. Λίγη διπροσωπεία, λίγο θαυμασμό , λίγα ταριχευμένα χαμόγελα, μία μάσκα πουλιού τις Απόκριες και μέχρι το Πάσχα ο " οβελίας " θα μασιέται είτε μάσησε, είτε δεν μάσησε. Δεν είναι θέμα αντίστασης το αν θα γίνεις μεζεδάκι, τελικά. Η σούβλα του κατεστημένου γυρίζει και δεν έχει προτίμηση μόνο στους Αθανάσιους Διάκους.
Πώς τα λένε τα πουλιά, αυτά τα πεινασμένα, που τρέφονται από τη νεκρή σάρκα; Πρέπει να θυμηθώ το όνομα να τα φωνάξω λίγο πριν το τέλος. Δικαίωμά μου να επιλέγω τα όρνεα που δεν έχουν ονόματα ανθρώπων. Απ' τα υπόλοιπα χόρτασα πολλά…
Βασιλεία Α. Δουκακάρου
Μέλος Συνδέσμου Πολυτέκνων Λέσβου
————
" ΧΡΕΩΘΗΚΑΜΕ "
Κάποτε ο κόσμος κυκλοφορούσε με το μεροκάματό του στην τσέπη. Με τη λίγη αριθμητική του αφαιρούσε, προσέθετε, διαιρούσε και είτε έφερνε στο σπίτι του ένα ταπεινό υπόλοιπο, είτε κατάπινε τη στεναχώρια του για αυτό που ήθελε, μα δε του φτάσανε οι παράδες. Σήμερα, οι παράδες εξαφανίστηκαν. Κάτι λίγους έχει πάρει το μάτι μου να κυκλοφορούν στα περίπτερα και σε κάποιες δημόσιες υπηρεσίες. Τώρα οι άνθρωποι γίνηκαν πιο ανεξάρτητοι. Ανεξάρτητοι από τα χρέοι που τους βαραίνουν και εξαρτημένοι από τις χίλιες δύο " διευκολύνσεις " που τους γίνονται για να τα ξεπληρώσουν. Μία πιστωτική κάρτα στο πορτοφόλι και ένα μπλοκ επιταγών. Τα ψηλά κουδουνίζουν στο παντελόνι για τσιγάρα και εφημερίδα. Όσο για τα χοντρά, αυτά είναι τα " επίσημα " χρωστούμενα. Όσο πιο πολλά, τόσο πιο εξέχουσα η θέση σου ανάμεσα στους υπόλοιπους πληρωτές " αέρος ". Είναι μόδα να χρωστάς, να παραμυθιάζεις και να παραμυθιάζεσαι απ' τους μύθους των " διευκολύνσεων ". Η τύχη ευνοεί τους τυχερούς, μέχρι να γίνουν άτυχοι.
Ποιος είναι αυτός που δεν θέλει τα καλύτερα για το σπίτι του, για την οικογένειά του, βάλσαμο για όσα στερήθηκε και όσα θα του λείψουν αν τα στερηθεί τώρα; Συνήθως, όμως, τα " θέλω " μας τρέχουν γρηγορότερα από τα " μπορώ " μας και αν εδώ αφήσουμε την αδυναμία χαρακτήρα να μας παρασύρει θα γνωρίσουμε από κοντά πόσο δύσκολα η κάθε ευκολία εξαργυρώνεται σε παρά. Πόσο η δουλειά σου υστερεί των υποχρεώσεών σου, γιατί δεν μπήκες στον κόπο να τα βάλλεις όλα κάτω και να κάνεις έναν γρήγορο υπολογισμό. Πόση ντροπή νιώθεις απέναντι στο φίλο σου καταστηματάρχη, που δείχνει να καταλαβαίνει, όχι όμως και να εκτιμά το ίδιο. Ποιον μπορείς να κατηγορήσεις, αν δεν σ' εμπιστευτεί ποτέ πια; Ποιον μπορείς να κακολογήσεις επειδή σου χρωστά και δεν σου δίνει; Ποιος σου είπε ότι το χρήμα που συμπληρώνεται στα συμφωνητικά και τις αιτήσεις θα έχει μικρότερα δόντια επειδή θα σε δαγκώσει μετά από καιρό; Ποιος μπόρεσε να ξεχωρίσει την αξιοπρέπειά του απ' τη διαγραφή του χρέους του; Κανένας, κατά τη γνώμη μου. Μάλλον γιατί ωφέλιμη αξιοπρέπεια είναι αυτή που δεν οφείλει: η αξιοπρέπεια του παρά.
Βασιλεία Α. Δουκακάρου
Μέλος Συνδέσμου Πολυτέκνων Λέσβου
——————–
Αφιερωμένο στην πρώτη μου δασκάλα
κα Λεμονιά Μολυβιάτου – Γραγρά
1ο Δημοτικό Σχολείο Μύρινας – Λήμνου
" Η ΠΡΩΤΗ ΜΟΥ ΔΑΣΚΑΛΑ "
Η διδασκαλία μου θυμίζει την κηπουρική. Όλους αυτούς τους μικρούς, απαίδευτους σπόρους, που τους φυτεύεις σ' ένα πράσινο θρανίο και περιμένεις να πετάξουν τον πρώτο τους βλαστό. Να ξεπροβάλλει το κορμάκι τους, να γεννηθούν τα φύλλα και μέσα στο προαύλιο της γνώσης, στο παρτέρι το μαθητικό, να ξεμυτίσει το πρώτο μπουμπούκι. Σφιχτό μπουμπούκι, κλειστό, ρωμαλέα ολόρθο. Ένα πάντρεμα παιδικής αθωότητας και παιδικού αυθορμητισμού. Μία σφριγυλή γροθιά πράσινων νειάτων που ποτίζονται και κλαδεύονται απ' το απαλό ή το τραχύ χέρι κάποιου δασκάλου.
Η δική μου η δασκάλα δεν ανήκε απλά σ' αυτόν τον κήπο. Ήταν μέρος του. Ένα ψηλό, φτασμένο δέντρο λεμονιάς, τόσο επιβλητικό, όσο και αγκαλιάσιμο. Δεν ξέρω αν εκείνη ονομάστηκε από το δέντρο ή το δέντρο από το όνομά της. Όμως, η κα Λεμονιά δεν σταματούσε να σκορπά λεμονανθούς. Μαζευόμασταν γύρω της και τυλιγόμασταν στις πιέτες της σκιάς. Η μελαχροινή σκιά ήταν το χρώμα των μαλλιών της. Η ψάθινη ηλιαχτίδα το στερνοπαίδι των ματιών της. Και αυτά τα χέρια, τα επιμελώς διακλαδωμένα, έφταναν για όλους μας. Περιμέναμε το χάδι καρτερικά και εκείνη ήξερε να το μοιράζει σε ισότιμες μερίδες. Ο ήχος της φωνής της μια γλυκιά προσωποποίηση της επικοινωνίας. Ο λόγος της, ένα γραμμάτιο δικό μας ξοφλημένο. Γιατί ο λόγος της ήταν ζωντανός και δεν τον βρήκαμε ποτέ κάτω. Τον συνάντησα αργότερα στις ξεχρεώσεις της ζωής μου.
Η κα Λεμονιά δεν υπήρξε δασκάλα μου. Υπήρξε παιδαγωγός μου. Το ταλέντο της δεν βρίσκονταν στο ξεφύλλισμα των βιβλίων, μα στην εξερεύνηση των ψυχών. Το βλέμμα της, διεισδυτικό, τρυπούσε την μαθητική μάσκα και έφτανε να μιλάει στην μαθητική υπηκοότητα. Στο παιδί το προβληματισμένο. Στο παιδί της φασαρίας. Στο παιδί το ευαίσθητο. Στο ορφανό παιδί. Στο παιδί που τη θεώρησε μάνα και έκλαψε στην αγκαλιά της καταθέτοντας τον πόνο του. Ίσως γιατί αυτή η αγκαλιά ήταν απάνεμη. Ίσως γιατί οι πραγματικά " μεγάλοι " άνθρωποι είναι εκείνοι που χαμηλώνουν πρώτοι. Ίσως γιατί το παιδικό ένστικτο δεν ξεγελιέται από πράξεις εντυπωσιασμού. Και εκείνη δεν χρειάστηκε να κάνει ποτέ τέτοιες πράξεις. Αρκούσε η καλοσύνη της για να εντυπωσιάσει. Αρκούσε η κουβέντα της για να συμβουλέψει. Αρκούσε η γλυκιά της παρουσία για να οριοθετηθούν οι βάσεις πάνω στις οποίες στήριξες, τελικά, όλο σου το μαθητικό φιλότιμο.
Τα χρόνια που μετρώ από τότε είναι πολλά. Η καθημερινότητα του κουδουνίσματος γίνηκε παρελθόν. Η μπλε ποδιά θα βρίσκεται κάπου απολιθωμένη, σε κάποιο σκευρομένο μπαούλο. Το χρώμα της, μοιρασμένο σε χειμώνες και καλοκαίρια, με έντονη τη μυρωδιά της μούχλας. Εκεί μέσα έχω κλείσει και τις δύο μακριές πλεξούδες μου, το σαραντάφυλλο τετράδιο της ορθογραφίας με τις γερασμένες, κίτρινες σελίδες, τις βαθμολογημένες. Αυτές οι αναμνήσεις πάλιωσαν, πέρασαν. Έκαναν τον κύκλο τους και χαρακτήρισαν τη ζουμερή ηλικία των αφράτων δημοτικών μου χρόνων. Έπαψα προ πολλού να τις κουβαλάω πάνω μου. Ήταν , εξάλλου, τόσο λίγες! Τόσο μικρές! Ή μήπως μου φαίνονται έτσι λόγω εκείνης…
Κάποιος έγραψε για τη δασκάλα με τα χρυσά μαλλιά. Εγώ θέλησα να σας μιλήσω για τη δασκάλα με την χρυσή καρδιά. Μια καρδιά αστείρευτη από πολύτιμους λίθους και πλατίνα. Μία καρδιά μη εξαγοράσιμη από κανέναν, μα ανοιχτή σε όλους. Μία γυναίκα σαγηνευτική, με αμέτρητες συμπεριφορές εκλεπτισμένες. Μία γυναίκα προικισμένη με το μυστικό κώδικα της μεταδοτικότητας. Μία επίγεια αγγελική παρουσία, που έδωσε στο σχολείο το νέο του όνομα: " Δεύτερο Σπίτι ", θαρρώ, το λένε από τότε.
Θα χαρώ πολύ αύριο – μεθαύριο ν' ακούσω το παιδί μου να λέει: " Μαμά, πάω στο δεύτερό μου σπίτι ", εννοώντας το σχολείο του. Μέσα μου θ' ανάψει η ελπίδα ότι μία άλλη κα Λεμονιά μπορεί να το περιμένει εκεί. Ίσως να είναι η μοναδική φορά που θα αισθανθώ σιγουριά που το παιδί μου θα πηγαίνει σε μία δεύτερή του μάνα. Σίγουρα, όμως, δεν θα είναι η μοναδική φορά που θα μυρίσω και πάλι το άρωμα των γόνιμων λεμονανθών των παιδικών μου χρόνων.
Βασιλεία Α. Δουκακάρου
Μέλος Συνδέσμου Πολυτέκνων Λέσβου
———————————-
" ΔΥΟ ΓΕΡΟΝΤΑΚΙΑ ΣΤΟ ΗΛΙΟΒΑΣΙΛΕΜΑ "
Το σούρουπο αρχίζει και δαμάζει τον καλοκαιρινό ουρανό. Περπατάω στην προκυμαία αβίαστα, απολαμβάνοντας τη βόλτα μου. Μπροστά μου ένα ζευγάρι ηλικιωμένων. Ένας παππούς και μία γιαγιά πιασμένοι αγκαζέ ξετυλίγουν τον περίπατό τους. Εκείνη, μικροκαμωμένη και σκυφτή σέρνει τα στραβοπατημένα της παπούτσια. Εκείνος, ψηλός ξερακιανός κρατάει αντίσταση για να τη στηρίξει και να στηριχτεί. Στο επόμενο παγκάκι σταματούν. Την βοηθάει να καθήσει κι έπειτα κάθεται κι εκείνος. Τα τρεμάμενα χέρια ανταμώνουν σ' ένα γερασμένο χάδι, που μπορεί ακόμη να ξυπνήσει την τρυφερότητα της νιότης.
Τούτοι οι άνθρωποι μεγάλωσαν μαζί, έζησαν μαζί και γέρασαν μαζί. Η πορεία του παρελθόντος μεγάλη, η πορεία του μέλλοντος αβέβαιη. Και όμως, τούτα τα κουρασμένα κορμιά βαδίζουν τη δύση μιας ακόμη ημέρας παρεούλα και είναι ευτυχισμένοι για τη μικρή ευλογία, που έμελλε να στοιβάξουν πάνω σε κάθε προηγούμενη. Κουβαλούν τα βάρη τόσων αναμνήσεων και όμως διψούν να γευτούν μία ακόμη και ας είναι τούτο το ηλιοβασίλεμα και ας είναι το τελευταίο φως πριν τη νύχτα και ας είναι άγνωστο αν τούτο το σκοτάδι τους χρωστάει ένα ακόμη ξημέρωμα.
Εμείς, τα νέα ζευγάρια, δεν έχουμε αντοχές. Και δεν φτάνει μόνο αυτό, αλλά δεν έχουμε και μάτια. Μάτια να δούμε τον παππού και τη γιαγιά στο παγκάκι και να διδαχτούμε απ' την εμπειρία μιας ζωής. " Έτσι θα ξοφλήσουμε κι εμείς "; θα σκεφτούμε και θα προχωρήσουμε. Πόσο ξοφλημένος όμως είναι κάποιος που θα περάσει από τούτη τη ζωή, θ' αγαπήσει και θ' αγαπηθεί, θα μοιραστεί όλες τις σελίδες του συζύγου, του πατέρα, του παππού, θα φτάσει μέχρι το θάνατο και η ευχή του θα είναι: " Θεέ μου, λίγο ακόμη, λίγο ακόμη "! Το πρώτο λαχείο είναι να μπορέσεις να διακρίνεις ποιος είναι πραγματικά ο άνθρωπός σου. Το δεύτερο λαχείο είναι να τον εκτιμήσεις και να σ' εκτιμήσει. Τα υπόλοιπα λαχεία είναι για όσους έχασαν τα δύο πρώτα, για κείνους που γέρασαν πλούσιοι και μόνοι. Ξέρετε πώς έφυγαν; Προσμένοντας…
———————-
" ΑΓΝΑ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΑ… "
Λένε, πως άμα βγεις από τον κόσμο που σ' ανέδειξε και θυμηθείς τον κόσμο που σε γέννησε, αυτή τη μοναδική στιγμή που γίνεται αιώνια, ξεφεύγεις από τη συμμορία του κόσμου, που τείνει να σε καταδικάσει σε ονειροπόλο. Κι εγώ αναρωτιέμαι: " Τί είναι πιο δύσκολο, τελικά, να σ' αφομειώσει ένας κόσμος με χίλιες δυο ανθισμένες μικρότητες και αδυναμίες ή μία φύση που παρέμεινε αγνή από τη δημιουργία της "; Είναι σαν την πίστη που όλοι καλλιεργούμε και σ' όλους μας γεννιέται η πεποίθηση ότι την έχουμε στο τσεπάκι μας για τα δύσκολα, αυτά που ξεπερνούν τη σφαίρα του ανθρώπινου κατορθώματος. Μα, την πίστη δεν αρκεί να την κυνηγάς, για να την κάνεις δική σου. Η πίστη δέχεται όσους καταδέχτηκαν τη γύμνια της και δεν ντράπηκαν. Είναι δύσκολο να ντραπείς όταν οι ενοχές σου δεν συνάντησαν τις πράξεις σου και ο εγωισμός σου δεν βίασε την ακεραιότητα του Θείου. Ένας άνθρωπος γεννιέται για να ζήσει μέσα στον κόσμο και όχι για να φτιάξει στις πλάτες του κάποιον άλλον, δικό του. Ο κόσμος είναι ένας, οι άνθρωποι πολλοί, η αγκαλιά της φύσης στενή, για κείνους που αρνήθηκαν κάθε ξενιτεμό.
Η καθημερινότητά μας απομακρύνεται από το απλοϊκό χθες για ένα πιο περίπλοκο σήμερα, ένα σήμερα πολιτισμού, καλοπέρασης, εξελισσόμενης ανάπτυξης. Οι ονειροπόλοι, οι ρομαντικοί, οι φυσιολάτρες, ξεφεύγουν από τον κοινό στόχο, για ν' ασχοληθούν με τη δεδομένη γη, καθημερινό ουρανό και αεικίνητη θάλασσα. Πόσο έξω είναι όλοι τους απ' τα γρανάζια της ανθρώπινης δημιουργίας!Πόσο άχρηστα φαντάζουν τα ενδιαφέροντα όσων γνώρισαν την καταγωγή τους και την αγάπησαν! Μα, η καταγωγή δεν είναι κάτι που αλλάζει ανάλογα με το κοστούμι που φοράς και τα μαχαιροπήρουνα που χρησιμοποιείς στα ακριβά εστιατόρια. Εκείνος που απαρνιέται το χώμα που σκόνταψε, τ' αστέρι που έπεσε παρασύροντας μαζί και την ευχή του, τη θάλασσα που κατάπιε για να πάψει να φοβάται την απεραντοσύνη της, απαρνιέται την ευκαιρία που του δόθηκε να ζήσει και να φλερτάρει με την ιδέα να πεθάνει ζωντανός. Ο πολιτισμός είναι αφύσικος, όταν παραλύει τη φύση του ανθρώπου.
Βασιλεία Α. Δουκακάρου
Μέλος Συνδέσμου Πολυτέκνων Λέσβου
———–
" ΜΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗ "
Μια φορά κι έναν καιρό, στην όμορφη πόλη των παραμυθιών νυχτώνει πολύ νωρίς. Ένα μεγάλο χάλκινο φεγγάρι χοροπηδά στον ουρανό, μ' ένα πλατύ παιδικό χαμόγελο.
Ένα – ένα τα φώτα της πόλης ανάβουν. Οι δρόμοι αδειάζουν απ' τους ανθρώπους. Πίσω απ' τα παντζούρια αρχίζουν ν' ακούγονται ψιλές ψιλές φωνούλες, γέλια, πειράγματα, τραγούδια. Το βράδυ της Κυριακής είναι για τον μπαμπά, τη μαμά και τα παιδιά. Μια αγκαλιά, μια οικογένεια κι ένα μοναχικό φεγγάρι να τους ζηλεύει από ψηλά.
Η στρογγυλή σβούρα του Λούνα Παρκ αρχίζει να γυρίζει. Το κόκκινο φανάρι αναβοσβήνει. " Μην πλησιάζετε ", είναι σαν να λέει. " Όσοι ανέβηκαν, ανέβηκαν. Οι υπόλοιποι στον άλλο γύρο "! Τα παιδιά τσιρίζουν από φόβο κι ενθουσιασμό μαζί. Εκεί που πέφτουν, ανεβαίνουν και μετά ξαναπέφτουν. Η περιπέτεια αρχίζει.
Πίσω από τα γέλια, ένα κλάμα. Πίσω από τα φώτα, σε μια σκοτεινή γωνιά, ένα μικρό αγόρι κάθεται στο πεζούλι σκεφτικό. Δύο μεγάλα, μαύρα μάτια γεμάτα δάκρυα. Τα πόδια του γυμνά, παλεύουν με το κρύο. Πάνω στα πόδια του ένα καλάθι με χαρτομάντιλα.
– Ένα πακέτο, κύριε, μία δραχμή μόνο!
Κανείς δεν γυρίζει να το κοιτάξει. Σαν να είναι σκιά, χωρίς φωνή, χωρίς μάτια και δάκρυα. Μόνο αυτός ο αστυφύλακας. Με γρήγορο βήμα πηγαίνει κοντά του. Να τον ρωτήσει τι έχει και κλαίει. Να τον βοηθήσει όπως μπορεί. Ακόμη και με μία δραχμή. Ακόμη και με ένα πακέτο από τα χαρτομάντιλα.
Το αγόρι τινάζεται. Φοβάται αυτόν τον κύριο με τη στολή. Πετάει το καλάθι κι αρχίζει να τρέχει. Τρυπώνει ανάμεσα στον κόσμο. Σπρώχνει. Τον σπρώχνουν. Ο αστυφύλακας τον ακολουθεί. Γλυστράει. Παραπατάει στο πεζοδρόμιο. Κυλάει σαν το κουβάρι πάνω στην άσφαλτο. Ένα κουβάρι που ξετυλίγεται στη μέση του υγρού δρόμου. Ένας ουρανός που κλαίει βροχή. Μια βροχή που ακούει το φρενάρισμα.
Οι ρόδες σταματούν μπροστά στο λιπόθυμο παιδί. Ένα χνώτο αγωνίας θολώνει το τζάμι του αυτοκινήτου. Η πόρτα ανοίγει και βήματα πλησιάζουν. Τα γόνατα της γυναίκας τρέμουν. Γονατίζει φοβισμένη. Πανικόβλητη. Δίπλα της ο αστυφύλακας σοκαρισμένος. Τι θα μπορούσε να έχει συμβεί! Η γυναίκα ανοίγει τα χέρια κι αγκαλιάζει τον μικρό Άγγελο. Σκουπίζει το μουτράκι του από κάθε χώμα, κάθε στάλα, κάθε δάκρυ.
Τα τρομαγμένα ματάκια ανοίγουν. Κι όπως ανοίγουν, έτσι στεγνώνουν. Αυτός ο άντρας, αυτή η γυναίκα κι αυτή η αγκαλιά! Ο Άγγελος χαμογελάει. Είναι πράγματι Κυριακή. Μια Κυριακή για το μπαμπά, για τη μαμά και τα παιδιά.Μια Κυριακή, μιαν αγκαλιά, μια οικογένεια. Μια Κυριακή που κάποιος τον πρόσεξε, κάποιος τον χάιδεψε, κάποιος τον αγάπησε.
Είναι η πρώτη Κυριακή της ζωής του που τον αγάπησε τόσο μέσα σε μία στιγμή. Είναι η μόνη στιγμή που ένιωσε κι εκείνος όπως όλα τα παιδιά της Κυριακής…
——————–
" ΑΓΑΠΗΤΟΙ ΓΟΝΕΙΣ… "
Αγαπητοί γονείς,
γεννήσατε τη Νέα Ελλάδα, μα αυτό είναι μόνο ο χάρτης. Ο ρόλος σας δεν είναι η εικόνα. Ο ρόλος σας είναι η ουσία. Και η ουσία της Ελλάδας μετράει πληθωρικές πεδιάδες, απειλητικά φαράγγια, ψάθινες ακροθαλασσιές και πορφυρά ηλιοβασιλέματα. Ένας τίτλος δεν κάνει τον άνθρωπο, ούτε η πρώτη πάνα τον γονιό. Ο γονιός γεννιέται με το παιδί του, μπουσουλάει τους περίπλοκους διαδρόμους της ζωής, γεμίζει εξανθήματα απ' τις παιδικές αρρώστιες, σπουδάζει τη γνώση απ' την αρχή, φλερτάρει το ζευγάρωμα με το καλό ή το κακό, νιώθει στις πλάτες το βάρος της νέας οικογένειας, που θα τον κάνει παππού.
Τα παιδιά δεν είναι επιβεβαίωση του εαυτού μας. Τα παιδιά δεν είναι η νέα ευκαιρία όσων δεν είδαμε τότε και τα χάσαμε. Οι ζωές δεν συγκρίνονται με τα όνειρα. Γιατί τα όνειρα μπορεί να μας ανήκουν, οι ζωές όμως όχι. Ένα παιδί δεν είναι η προέκταση του εαυτού μας. Ένα παιδί είναι ο ευλογημένος τρόπος να γίνω μάνα κι εσύ πατέρας. Μοναδικό συναίσθημα και μέγιστη υποχρέωση. Το δύσκολο δεν είναι ν' αναστήσεις το μπόι του, να το προστατέψεις απ' τη στέρηση και τη μιζέρια. Την υγεία σου να έχεις και η θέληση κάνει τα εργατικά χέρια να παίρνουν φωτιά. Το δύσκολο είναι ν' αναστήσεις ανθρώπους με αρχές δίχως τέλος. Έτσι μόνο θα δεις τον αγώνα σου να τερματίζει. Ο κόσμος μας δεν έχει ανάγκη από κορμιά. Γεμίσαμε από δαύτα. Λίγη " ανθρώπινη " παιδεία, να ντύσουμε τούτες τις σκιές ανθρώπων!
Το παιδί θα πει ψέμα, θα βρίσει, θα χτυπήσει, θα πάει αδιάβαστο σχολείο, θα φλερτάρει, θα ξενυχτήσει, θα πιει και θα καπνίσει, θα ξημερωθεί στην αγκαλιά του αγαπημένου. Αν είναι εγληματική η ρότα της ζωής, τότε το παιδί, ναι, είναι εγληματίας. Όσο εγκληματίας ήσουν κι εσύ, γονιέ, στην ηλικία του, αυτή που επιμελώς σκεπάζεις τώρα με την ωριμότητά σου. Τα κλειστά μάτια δεν ανοίγουν τα φτερά της προστασίας. Το παιδί σου θα ζήσει, για ν' αποφασίσει πώς θα ζει. Θες να είσαι δίπλα ή παραδίπλα;
——–
" ΦΙΛΙ ΖΩΗΣ "
Η αδυναμία που μας έχουν κάποιοι άνθρωποι γύρω μας, γίνεται η δύναμή μας και στις καλύτερες των περιπτώσεων η αντοχή μας, για να μην τους απογοητεύσουμε. Δεν χρειάζεται να κυλάει γάργαρο το συγγενικό αίμα, να στάζουν οι φιλικές συναθροίσεις σαν τον ιδρώτα του δρομέα ή να μπορεί ο άλλος να ξεφυλλίζει το βλέμμα μας σαν τις σελίδες ανοιχτού βιβλίου, που άνοιξε και ξέχασε να ξανακλείσει.
Τόσοι άνθρωποι τριγύρω, σκόρπιες φυσιογνωμίες, διχασμένες ανάμεσα στην καλοπιστία και στην κακοπιστία, με στεγνά χείλη, διψασμένα για μια σταγόνα συμπαράστασης, για λίγη σπινθηροβόλα προσοχή, για μία ξένη φιγούρα αγάπης, έστω και σκιερή, έστω και απρόσωπη. Τα γνώριμα πρόσωπα, τα κοντινά, έχουν καιρό να τα δουν. Ίσως, τελικά, και να μην βρέθηκαν πρόσωπο με πρόσωπο ποτέ. Γιατί ο άνθρωπος χρειάστηκε τον άνθρωπο όχι για να γίνουν δύο, μα για να γίνουν ένας. Τούτη η διαφορά έκανε τη μοναξιά ομοιότητα. Ομοιότητα των κοσμογυρισμένων και των μοναχικών. Η μοναξιά του βάλτου. Η μοναξιά που βουρκώνει. Η μοναξιά που αποσύρεται, για να μην παρασυρθεί ξανά.
Εμείς, οι ξένοι, οι απέναντι, οι διπλανοί, οι γνωστοί – άγνωστοι της καθημερινότητας, εμείς οι φορείς της ελπίδας, κρατάμε στα χέρια μας τη δύναμη που μας δίνει τη δυνατότητα να κόψουμε τη σταρένια χαρά σε φέτες και ν' αρχίσουμε να τη μοιράζουμε. Ένα χαμόγελο, μία ηλιόλουστη κουβέντα, μία στιγμή από τις τόσες φευγαλέες ν΄ακούσουμε, να προβληματιστούμε, να διευκολύνουμε. Χωρίς φιλικό ή συγγενικό αντάλλαγμα, χωρίς τους δείκτες του χρόνου στα μάτια και τον καταναγκασμό καμίας υποχρέωσης. Δεν περιμένουν όλοι κάτι από εμάς. Εκείνοι όμως που περιμένουν μπορεί να μην χρηματίζονται κιόλας. Μπορεί ν' αναβιώνουν κάτι που έχασαν ή κάτι που δεν βρήκαν ποτέ, ακόμη και κάτι που νόμισαν ότι είχαν, λίγο πριν το σύρει μαζί της μία προδοσία.
Μεγάλο προνόμιο το να μπορείς να προσφέρεις όταν δεν πρέπει και δεν χρειάζεται για την " θητεία " του ρόλου σου. Η γνήσια ανθρωπιά είναι εκείνη που θα εξερευνήσει τ' ανθρώπινα για ν' ανακαλύψει τ' απάνθρωπα και να τα θεραπεύσει. Όσοι έχουμε ακόμη ανάσες ψυχής, έχουμε και την ευλογία για το φιλί της ζωής.
Βασιλεία Α. Δουκακάρου
—————
" ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ: ΑΝΕΡΓΟΣ "
Η ορχήστρα έπαιξε τον τελευταίο χορό και σταμάτησε για ένα μικρό διάλειμμα. Τραβάω την καρέκλα μου και κάθομαι, άνεργη πλέον, για να ξεκουραστώ και να ρυθμίσω τους χτύπους της καρδιάς μου στα μεσαία κύματα της απόλυτης χαλαρότητας. Βλέπω τα χέρια μου άδεια από αντικείμενο εργασίας, το μαντήλι χάθηκε απ' τα δάχτυλά μου σαν πήρα την τελευταία στροφή, που με αδίκησε. Δεν φτάνει να έχεις ταλέντο, τελικά, για να χορεύεις στην πίστα της γόνιμης εργασίας. Πρέπει όμως σίγουρα να έχεις " ταλέντο " για να παραμένεις στους διαδοχικούς χορούς. Ταλέντο γνωριμίας, υποταγής, τύχης ή συγγένειας. Ένα τέτοιο " ταλέντο " δεν αφήνει το λευκό μαντήλι να πετάξει από το χέρι σου σαν φοβισμένο περιστέρι. Έχω μετρήσει πολλά τέτοια πουλιά ειρήνης να φτεροκοπούν και ν' απομακρύνονται, μα πιστέψτε με, κάθε νέα φορά είναι και μία πρώτη φορά.
Την πρώτη φορά φεύγεις αποκαρδιωμένος. Τη δεύτερη προβληματισμένος. Την τρίτη και την τέταρτη υποψιασμένος. Από κει και πέρα οι δυνατότητές σου έχουν γίνει εμπειρία και όσο και αν η απόρριψη προσπαθεί να βαλτώσει τον ψυχικό σου κόσμο, εσύ στην απέναντι όχθη αγναντεύεις ήδη το μέλλον σου πάνω στο βράχο. Πάνω σε τούτη την πέτρινη γλώσσα θάλασσας περιμένεις τη θαλάσσια αύρα που θα ψήσει παραδομένη τα δυο σου χέρια. Ένα αύριο ανθρώπινο, πιο ανθρώπινο απ' όλους εκείνους που προίκισαν τη δουλειά σου, γιατί την ξεχείλωσες από την προκοπή και τους θύμησες τούτη τη λέξη. Όλους εκείνους που λυπήθηκαν που σ' έχασαν από συνάδελφο, μα πιότερο χάρηκαν για τη μονιμότητα της δικής τους θέσης. Όλους εκείνους που σε παρηγόρησαν με το " Έχει ο Θεός ". Ίσως ο Θεός να έχει, τελικά, για τις μικρές αντοχές και απλά να δοκιμάζει τις μεγάλες.
Η Ελλαδίτσα μας, καλή, χρυσή, μα δεν έχει κανένα λόγο πάνω στην αξιολόγηση του εργαζομένου. Σε τούτη την αξιολόγηση το λόγο έχει ο Έλληνας με κάθε συμφέρουσα μικροπρέπειά του. Η χειμέρια νάρκη του Δημοσίου απορρίπτεται λόγω την αιώνιας, πλέον, επικράτειάς της. Είναι άγρια εξορία η ανεργία, ειδικά για όσους γεννήθηκαν για να προσφέρουν. Μα, και η προσφορά που δεν θα εκτιμηθεί είναι μια γερασμένη ξενιτιά, που ξεψυχάει.
" ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΠΕΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ …"
Τον κόσμο τον σεβάστηκα μεμονωμένα. Συνάντησα τον άνθρωπο, μου συμπεριφέρθηκε ατομικά κι εγώ ατομικά, τον ακολούθησα ή τον αποχαιρέτησα. Εκεί που πολλά ατομικά στοιβάζονται το ένα δίπλα στο άλλο, οι προσωπικότητες χάνουν τα χαρακτηριστικά τους και οι ταυτότητες τείνουν προς την ανωνυμία, εκεί που ο άνθρωπος γίνεται πλήθος, κόσμος, γείτονες, συγγενείς, χωριανοί, συνάδελφοι κ. τ. λ, εκεί αποκτώ την αναισθησία του πιο παχύδερμου ζώου και εξακολουθώ ακόμη να νιώθω τόσο ανάλαφρη! Από τότε, βλέπετε, που ανακαλύφτηκε η ανωνυμία, προστέθηκε η αλητεία στον άνθρωπο.
Μία μάζα έχει άποψη για μένα ως άνθρωπο, ως παρουσία, ως συμπεριφορά. Το ντύσιμό μου, το λεξιλόγιό μου, το φέρσιμό μου, τα ευυπόληπτα και τα μεμπτά μου. Ένας όχλος βεβαρημένος από εκείνα που κάνω καλύτερα από εκείνον και από κείνα που θα ήθελε να με δει κάποτε να κάνω χειρότερα. Η ζήλια που έχει ταχυδρομική διεύθυνση είναι ο λαφιάτης. Η ζήλια που έχει τη δυνατότητα να διακινεί τις κακεντρέχειες από στόμα σε στόμα είναι η οχιά και το δηλητήριό της δεν σταματάει αν δεν φτάσει στην καρδιά. Η δική μου η καρδιά έχει χορτάσει από δαγκώματα και δηλητήρια. Έχει πάθει, όπως λένε, " ανοσία ". Δεν με νοσεί η εικόνα που θα ήθελαν να έχω, γιατί είμαι ευτυχισμένη με αυτή που αποφάσισα μόνη μου να έχω. Η καθαρή συνείδηση δεν έχει οπές για να τρυπώνουν ενοχές, όσο κι αν κάποιοι προσπαθήσουν να τις πλάσουν για σένα. Ο κόσμος ασχολείται και θα ασχολείται με τα " μέγαρα " που επισκιάζουν τις " παράγκες ".
Οι κακές γλώσσες κελαηδάνε όταν καταφέρουν να γλείψουν τη διάθεσή σου, όταν λεκιάσουν τη σχέση σου με τον συνάνθρωπο και προβληματίσουν τον ύπνο σου. Η νίκη είναι μεγάλη, όσο μεγάλη και η αξία που θα τους δώσεις με την προσοχή σου.Δεν οφελεί να χτίζεις τη μέρα σου για να μην πει ο κόσμος και για να έχεις να πεις εσύ αύριο ότι παρέλειψες να ζήσεις. Ο κόσμος γίνεται " μικρότερος " όσο μεγαλώνει η μάζα του. Γεμίσαμε "παράγκες" και "Καραγκιόζηδες".
Βασιλεία Α. Δουκακάρου
————–
" ΤΟ ΓΡΑΜΜΑ "
Σ' εσάς απευθύνομαι, που στρίψατε άκαιρα και βγήκατε σε χωματόδρομο. Σ' εσάς, που χαθήκατε πριν γνωρίσετε τον εαυτό σας. Σ' εσάς, που σέρνεστε γιατί ξεχάσατε πως είστε άνθρωποι και οφείλετε να σταθείτε στα πόδια σας. Σε σας μιλάω, στα αδέλφια μου και θα σας πω αυτά που λέω και στον εαυτό μου.
Θα' ταν ιδανικό, δε λέω, να ζούσμε σ' έναν κόσμο ονειρεμένο, μαγικό, χωρίς αδικίες και βίαιες κατραπακιές. Να είχαμε μόνο φίλους και αγνούς συνεργάτες. Να κάναμε τη δουλειά που θέλαμε, να είχαμε αμερόληπτα αφεντικά, υπομονετικούς σπιτονοικοκύρηδες και μια οικογένεια γερή, σαν τη σπονδυλική στήλη του κορμιού μας. Να χαμογελούσαμε ευτυχισμένοι και να μην βρίσκαμε λόγο για να κλάψουμε. Να δίναμε τα χέρια σε χειραψίες εκτίμησης, γιατί δεν υπάρχει λόγος να πιαστούμε στα χέρια. Να κολυμπούσαμε στην ειλικρίνεια των άλλων και να μην προλαβαίνουμε να μοιράζουμε φιλότιμο για να τους ξεπληρώσουμε.
Τα μάτια σας δεν είδαν έναν τέτοιο κόσμο και πικραθήκατε. Άλλα περιμένατε και άλλα σας περίμεναν. Η καρδιά σας πληγώθηκε και άρχισε να οχυρώνεται. Σιγά – σιγά αποξενωθήκατε. Αυτός ο κόσμος δεν ήταν για σας και αποφασίσατε να φτιάξετε έναν άλλον δικό σας. Το πρώτο ταξίδι σας έγινε από περιέργεια. Το δεύτερο για να καταλάβετε καλύτερα. Το τρίτο γιατί θα κερδίζατε " ανεβασμένη " διάθεση και αυτό σας έλειπε καιρό. Ξαφνικά, το κορμί σας αρχίζει να τρέμει. Έμαθε στα ταξίδια και τ' αποζητάει. Χρειάζονται λεφτά. Περισσότερα απ' την προηγούμενη φορά. Θα τα βρεις, πρέπει να τα βρεις. Ο κόσμος σου σε περιμένει…
Στάσου λίγο. Γύρισε και κοίταξέ με. Τώρα, που έχεις ακόμη αυτιά για να μ' ακούσεις. Στον καθένα μας αντιστοιχεί ένας κόσμος. Αυτός που μας γεννάει και όχι αυτός που γεννάμε από μόνοι μας. Θα ήταν πολύ εγωιστικό να ζητούσαμε έναν κόσμο μόνο για μας, δικό μας. Σκέψου, πως αν γινότανε αυτό δεν θα υπήρχε καμία επικοινωνία μεταξύ μας. Θα μπορούσες ποτέ να ζήσεις ολομόναχος; Απάντησέμου ειλικρινά, θα μπορούσες;
Ίσως έχεις χαρακτηρίσει τη ζωή σαν σαρκοφάγο, που έχει ρημάξει τις σάρκες σου, που σε βανδαλίζει αμετανόητα, που σου έχει γυρίσει την πλάτη πριν καν προσπαθήσεις να την κατακτήσεις. Αναλογίσου όμως λίγο πόσες προσπάθειες έκανες! Πόσο πολέμησες! Γιατί στα μπράτσα σου ακόμη ξεχειλίζει απόθεμα δυνάμεων; Μήπως ο όρος για την παράδοσή σου ήταν να γυρίσεις πρώτος εσύ την πλάτη;
Δεν έχω περάσει στην αντίπερα όχθη και δεν μπορώ να γνωρίζω. Ξέρω, όμως, πως ο,τιδήποτε δεν είναι πραγματικότητα διαρκεί λίγο. Τόσο λίγο, που ποτέ δεν θα γίνει πολύ. Οι ψευδαισθήσεις είναι δανεικές, κάλπικες, ξεφουσκώνουν σαν το μπαλόνι που το χτύπησε ο ήλιος και το ζεμάτισε. Οι εικόνες, οι γαλήνιες, που σε ευφραίνουν, είναι κλεμένες. Είναι αποτυπώματα ζωής που ζήλεψες, που επεδίωξες, που ονειρεύτηκες τόσες φορές λίγο πριν ξυπνήσεις απογοητευμένος. Μάλλον, πριν κοιμηθείς απογοητευμένος, γιατί η απογοήτευση δεν συμβαδίζει με το ξύπνημα, παρά μόνο με το λήθαργο.
Αυτός ο λήθαργος έχει διάρκεια. Ο διακόπτης του βρίσκεται στο μυαλό του καθενός. Κανένα ξένο χέρι δεν μπορεί ν' αγγίξει αυτό το διακόπτη. Αυτός θα κλείσει αυτόματα, μόλις ανοίξετε τα μάτια. Ξέρετε τί θ' αντικρύσετε; Χρώματα, πολλά χρώματα. Μεστά χρώματα, γινομένα. Αληθινές πινελιές χαράς και λύπης, παράλογου και γνωστικού, αστείου και σοβαρού, δίκαιου και άδικου. Η ζωή έχει χείμαρρους αλλά και γέφυρες, έχει νεροποντές αλλά και ουράνια τόξα, εχει βουνά αλλά και υπέροχες κοιλάδες.
Και αυτή η ζωή είναι δική μου και δική σου και του δίπλα. Κανείς δεν χάνει κανένα τρένο με μία στραβοτιμονιά. Τα τρένα σταματάνε στον επόμενο σταθμό και είναι στο χέρι σου να τα προφτάσεις. Εκεί θα βρείτε κι εμένα. Θα σας περιμένω. Μέχρι τώρα σας μιλούσα. Τώρα θέλω και να σας ακούσω. Ίσως, μάλιστα, αποκομίσω περισσότερα από αυτά που σας έδωσα με αυτό εδώ το γράμμα.
Αρκετά σας κούρασα όμως. Ώρα να σας αφήσω. Πρέπει κι εσείς να ξεκουραστείτε, όπως κι εγώ. Με το νέο ξύπνημα μας περιμένει πολύ δουλειά αποκατάστασης αυτού του κόσμου. Πρέπει να τον παραδώσουμε κάπως βελτιωμένο στα παιδιά μας, δεν νομίζετε;
Ποιος έχει τώρα καιρό για ψευδαισθήσεις…
Βασιλεία Α. Δουκακάρου
Μέλος Συνδέσμου Πολυτέκνων Λέσβου
" ΜΑΓΙΑΤΙΚΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ "
|
|
Επίσημη γιορτήτης Άνοιξης η πρώτη Μαϊου. Άνθρωπος και φύση πλέκονται σ' ένα στεφάνι με ανάκατα τα χρώματα σε πέταλα και διαθέσεις. Η αίσθηση της πράσινης ελευθερίας που συναντάμε και αποχαιρετάμε στα χωράφια, στους λόφους και στις αυλές μας ακόμη. " Ένα λουλούδι, για μία ημέρα " σκέφτομαι κι αναρωτιέμαι: θέμα παράδοσης, θέμα υποχρεώσεων, θέμα μη παθολογικής τύφλωσης; Εκεί έξω μία πλάση ζωντανεύει και σπέρνει χιλιάδες ελπίδες αισιοδοξίας στα γόνιμα χώματα του κόσμου τούτου. Ελπίδες που γεμίζουν τα πνευμόνια της συνείδησής μας με ανάσες ανακούφισης. Η καθημερινότητα περιορίζει, στριμώχνει, γκριζάρει και αρρωσταίνει. Το λουλούδι της ζωής μας, εκτεθειμένο σε στρατιές βαρβάρων, φουντώνει τις έγνοιες της προστασίας μας κι αρχίζουμε ν' απορροφάμε λιγότερο ήλιο και τυποποιημένο οξυγόνο. Έτσι, θα γλυτώσουμε το ξερίζωμα από βιαστικό επισκέπτη, μα μήπως τελικά κάναμε μόνιμο επισκέπτη το μαρασμό; Το λουλούδι της ζωής δεν είναι το χελιδόνι που φέρνει την Άνοιξη. Το λουλούδι της ζωής είναι η Άνοιξη που χαμογελά όλο το χρόνο. Γιατί ακόμη και ο χρόνος έχει τη δύναμη να περιορίσει τ' άλογα τα αδύναμα, τα κουτσά. Σε όλα τα άλλα θα συναγωνιστεί τον καλπασμό τους. |
Ο ξενιτεμός απ' τον πολιτισμό – μικρός, μεγάλος, περιστασιακός – είναι το φάρμακο τόνωσης της ψυχικής υγείας. Εκεί έξω, κάτω από τον ήλιο, έξω απ' το θόλο του σπιτιού, που άλλοτε μας προστατεύει και άλλοτε φιμώνει το ταξίδι του νου, εκεί έξω στο ρυτιδωμένο χώμα της γέννησης και της ευφορίας, εκεί έξω ο Θεός ντύνεται στα κόκκινα, κίτρινα, μαβιά και περιμένει να τον μυρίσουμε, να τον θαυμάσουμε, να τον περπατήσουμε. Το θαύμα της φύσης δεν έγινε για να πιστέψουμε, μα για να τονώσουμε την πίστη που έχουμε στον εαυτό μας. Ας μην περιμένουμε, λοιπόν, μία σταγόνα από τον Μάιο για να ξαναγίνουμε παιδιά, να τρέξουμε ελεύθεροι των ανθρώπινων ζυμώσεων και να χρωματίσουμε τον ορίζοντά μας με παραμυθένιες ανθοδέσμες. Τα λουλούδια, ακόμη και όταν τα μαδάς, υποδηλώνουν την αγάπη τους. Ακόμη κι όταν τα πατάς, στολίζουν για λίγο το παπούτσι σου. Τα λουλούδια ανθίζουν, για να ονειρευόμαστε… |
|
" ΜΕ ΝΥΧΙΑ ΚΑΙ ΜΕ ΔΟΝΤΙΑ " |
|
Η φύση και τα στοιχεία της στοίχειωσαν. Λες και ξύπνησε η εκδίκηση μες τα μωρουδιακά της και ανδρώθηκε μέσα σε λίγες ώρες. Η βροχή μαστιγώνει την περπατησιά. Ο αέρας απειλεί τις τολμηρές διαθέσεις. Το πυκνό χιόνι ωριμάζει έξω από τις αμπαρωμένες πόρτες μας, που δεν έχουμε συνηθίσει να μας φυλακίζουν. Το νησί μουγκρίζει, σαν τα ζώα που ξεψυχούν. Η χώρα φωτογραφίζει αλλοδαπές ηπείρους. Ο άνθρωπος φοβάται, γιατί η ενοχή του είναι ισότιμη με τη δυστυχία του. " Έλεος στα ανθρώπινα, για όλα τα απάνθρωπά του "! |
Χτίσαμε τον πολιτισμό σφραγίζοντας τα χαντάκια με μπετό. Μεγάλα κτίρια, μεγάλης εξέλιξης, στραγγίζουν τη μήτρα της φύσης προκαλώντας την κατά φαντασίαν στείρωσή της. Να, όμως, που έρχονται οι μέρες οι γόνιμες, οι μέρες οι πληθωρικές, οι μέρες που πλημμυρίζουν τις κατακτήσεις μας με δάκρυα. " Δεν το είχαμε φανταστεί " δηλώνουν οι αρμόδιοι. " Θα το λάβουμε σοβαρά υπόψη από δω και πέρα " συνεχίζουν. " Είμαι ο τελευταίος που εκμεταλλεύτηκα το οικόπεδο " επιμένει ο ιδιώτης. " Ευθύνες ζητήστε απ' τους διπλανούς πρωτοπόρους ". Μα, τα λασπόνερα δεν έχουν αυτιά και συνεχίζουν να ταξιδεύουν το μεδούλι του αμέτοχου προς την απόγνωση, σφίγγωντας τη θηλιά γύρω απ' το λεπτό λαιμό της υπομονής του. Το γυάλινο ψύχος ροκάνισε μία – μία τις ίνες της αντοχής των μικρών ζώων που ξεθάρρεψαν απ' το μαντρί. Τα σαγόνια του χιονιά γλέντησαν το βιος του βοσκού και ο ίδιος χώνεψε τ' ανθρώπινα ζωντανά. Ένας οργισμένος άνεμος δαγκώνει με χίλια στόματα τα πρόχειρα καταλύματα εκείνων που τους έταξαν την καλύτερη στέγη ή εκείνων που δεν έχουν κανέναν να τους τάξει κάτι καλύτερο. Όταν το καζάνι της ανθρώπινης αμέλειας αρχίσει και βράζει, μας χωράει όλους μέσα, αθώους κι ενόχους. Μαζί θα φάμε ό,τι μαγειρέψαμε, γιατί το δίκιο μας το αφήσαμε νηστικό. |
Δεν αξίζει να μοιρολατρούμε. Μα, αξίζει να μην αγνοούμε την κάθε φυσική προειδοποίηση που θα μας παραλύσει με το δηλητήριό της, έστω κι αν έπειτα από λίγο επανακτούμε τις αισθήσεις μας. Ο κόσμος μας χαρίστηκε για να τον σεβαστούμε. Όσο τον γρατζουνάμε θα μας γδέρνει. Καλό είναι να κρύψουμε τα νύχια μας, πριν πεθάνουμε από αιμορραγία. |
|
Βασιλεία Α. Δουκακάρου |
Μέλος Συνδέσμου Πολυτέκνων Λέσβου |
—————
" Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΩΝ ΙΣΧΥΡΩΝ "
Η μοναδική πραγματική εξουσία που μπορεί να επιτύχει ο άνθρωπος, είναι ο σεβασμός που θα κερδίσει. Οι διαταγές δεν δηλώνουν εξουσία. Γιατί η θέση, το αξίωμα, η δόξα ή το χρήμα γεννήθηκαν απ' τον άνθρωπο για να τον πλαισιώσουν και όχι για να τον κάνουν άνθρωπο. Όσοι βολεύονται πίσω από αυτό που έγιναν και όχι από αυτό που είναι, έμαθαν να υποτιμούν πρώτοι τον εαυτό τους. Έμαθαν ν' αναπνέουν με ξένα χνώτα, γιατί τα δικά τους στάθηκαν ανεπαρκή και ανώριμα. Η πνοή του ανθρώπου ωριμάζει με την χρήση. Όταν η χρήση της καταλήγει σε αχρηστία, φτάνεις να συστήνεσαι πρώτα με την ειδικότητά σου και μετά με τ' όνομά σου. Οι δρόμοι ανοίγονται. Τα χατήρια σου γίνονται. Οι άνθρωποι υπακούνε, πάντα γιατί το ζήτησες, ποτέ όμως για σένα. Γιατί εσύ ξεπούλησες τον εαυτό σου και εκείνοι δεν έχουν σεβασμό για ξεπούλημα. Έχεις στα πόδια σου τον κόσμο όλο, να στα πλένει, να στα σκουπίζει, να τρέμει με κάθε σου φωνή μήπως τους δώσεις μία κλωτσιά και τους αφανίσεις, γιατί δουλεύουν για σένα, κρέμονται από σένα, τρώνε από σένα, εσένα που φυλάκισες το σώμα τους, μα δεν άγγιξες ποτέ την ψυχή τους.Εσένα, το δειλό, που ντύθηκες το μανδύα του Θεού, γιατί ντρέπεσαι για το ανθρώπινο πετσί σου. Κατακτάς χιλιάδες φυλακισμένους και ζηλεύεις εκείνον που κατέκτησε έναν ελεύθερο. Η ελεύθερη βούληση είναι εκείνη που γονατίζει τους εξαναγκασμούς. Η ελεύθερη βούληση κατεβάζει από θρόνους, καθρεφτίζει τον άνθρωπο γυμνό και ξεσκονίζει ένα – ένα τα ράφια της ψυχής. Εκεί ψάχνει να βρει τα έπαθλα. Αυτά θα κοστολογήσει. Το τιμολόγιο του σεβασμού κόβεται και πληρώνεται επί τόπου, γιατί εσύ το δούλεψες ανθρώπινα και ο άλλος το εκτίμησε ελεύθερα. Κάστρα χτίστηκαν και βασιλιάδες βασίλεψαν, γιατί απλά υπήρξε ο λαός. Σέβομαι τον εαυτό μου, σημαίνει " μπορώ ". Μπορώ να κερδίσω τον σεβασμό των άλλων, σημαίνει " εξουσιάζω ". " Εξουσιάζω γιατί μπορώ " είναι το στέμμα για τους πραγματικούς ηγέτες. Εκείνους που παρέμειναν " δούλοι του Θεού " έως το τέλος.
————
" ΠΟΝΩ ΚΑΙ ΣΥΜΠΟΝΩ… "
Ο πόνος είναι διάχυτος στη ζωή. Ποιος είναι εκείνος που δεν έπιασε τον εαυτό του αδύναμο, αβοήθητο, έτοιμο να καταθέσει τα όπλα για την ασθένεια που δεν περίμενε, για το ξαφνικό χτύπημα της μοίρας, ακόμη και για το ούλο του που πρήστηκε και αρνείται να πάει στο γιατρό " γιατί θα μείνω φαφούτης ", όπως λέει. Όταν κλονίζεται η υγεία, ανοίγει το παράθυρο του φόβου. Η δεδομένη ζωή βρίσκει την Αχίλλειο πτέρνα της και η απειλή της φθαρτής σάρκας γεμίζει το νου και την ψυχή με μαυροπτέρουγες υποψίες. " Τί είχα, τί θα χάσω, τί δεν πρόλαβα να πω, τί δεν πρόλαβα να κάνω "; Όλα ρωτούν, τίποτα δεν σου απαντάει. Γιατί σ' αυτές τις περιπτώσεις τα φάρμακα δηλητηριάζουν, οι γιατροί τεμαχίζουν, ο άνθρωπος σβήνει μαζί με την ελπίδα του, όταν δίπλα στο κρεβάτι του δεν λαγοκοιμάται ένα χέρι γεμάτο χάδια. Ο συνάνθρωπος είναι η ζυγαριά που ξεγελάει τον πόνο. Ένα βλέμμα αισιοδοξίας, ένα άγγιγμα συμπαράστασης, δύο λόγια τρυφερά, ζεστά, ανθισμένα, σαν τα μαγιάτικα λουλούδια που πλέχτηκαν σ' ένα στεφάνι και μοσχοβόλησαν αγάπη απ' το χέρι που χαρίστηκαν. Ο σωματικός πόνος ναρκώνεται όταν ο δικός σου άνθρωπος κλάψει μαζί σου, γελάσει μαζί σου, παλέψει μαζί σου μέσα στο ίδιο δωμάτιο νοσοκομείου, όταν απλώσει το χέρι και σε κάνει να ξεχάσεις το άλλο χέρι, το τρυπημένο με τον ορό, αυτό που το βιάζει και το μουδιάζει μία βελόνα. Σ' έναν άρρωστο μπορούμε να προσφέρουμε τα πάντα εκτός από λύπηση. Την λύπηση μπορούμε να την κρατήσουμε για τον εαυτό μας, όταν μπορούμε να είμαστε άνθρωποι και δεν το κάνουμε. Τον οβολό μας μπορούμε να τον δώσουμε σ' έναν ζητιάνο στην άκρη του δρόμου. Την μυροβόλα αγάπη μας μπορούμε να την δώσουμε σ' εκείνον που θα την κερδίσει και θα' ρθει η ώρα που θα τη χρειαστεί. Εκείνος που πονάει αισθάνεται. Εσύ που αισθάνεσαι, πόσο συμπονάς;
Βασιλεία Α. Δουκακάρου Μέλος Συνδέσμου Πολυτέκνων Λέσβου
——————–
" ΔΕΝ ΒΑΡΙΕΣΑΙ, ΒΡΕ ΑΔΕΛΦΕ !!! "
Αν κάποτε πέσει στα χέρια σου ένας αποκωδικοποιητής σκέψης, θυμήσου με, όταν καταγράφεις τα παρακάτω: " Καμία σχέση με ό,τι σπούδασα, αλλά αυτή η δουλειά μου έκατσε. Δε βαριέσαι, βρε αδελφέ, μπορεί να καταλήξει να μ' αρέσει κιόλας "! " Τη φίλη της βλεφάριαζα, μα η άλλη τσίμπησε. Δε βαριέσαι, βρε αδελφέ, είμαστε τώρα για να στεναχωρούμε την παρέα "; " Είχα πει ότι θα σε βοηθούσα, αλλά μην νομίζεις ότι και οι δικές μου οι δουλειές πάνε τόσο καλά όσο φαίνονται. Δεν βαριέσαι, βρε αδελφέ, μήνας μπαίνει, μήνας βγαίνει, στον λαιμό μας κάθεται "! Πράγματι, ο Έλληνας ο ιδεολόγος, ο ακλώνητος, ο πρωτοπόρος λαών και πεποιθήσεων, ο φθασμένος επαναστάτης, ο εσταυρωμένος των βασανιστηρίων, ο σημαιοφόρος του γαλανόλευκου πνεύματος και της πρακτικής χριστιανοσύνης, αυτός ο Έλληνας συμβιβάζεται σήμερα και " δεν βαριέται ". Αυτός ο Έλληνας παρατάει το δρόμο για το μονοπάτι, τον στόχο για την αρπαχτή και την παληκαριά για το βόλεμα. Αυτός ο Έλληνας, που " δεν βαριέται " βαραίνει μια πατρίδα, μια θρησκεία και μια οικογένεια μ' ένα κλούβιο παρόν και ένα καθυστερημένο μέλλον. Τόσο καθυστερημένο, που μας καταδικάζει μια ζωή στο παρελθόν που μας πέρασε, αλλά δεν το προσπεράσαμε ποτές.
Νέοι άνθρωποι, γεμάτοι όνειρα, με τις βλέφες τους να βράζουν για πρόοδο και καταξίωση, μέλη ανθρώπινα προικισμένα με φτερά κι άλλα φτερά, έτοιμα ν' ανοίξουν και ν' απογειωθούν, ν' αφήσουν κάτω, πολύ κάτω τη μιζέρια και την ανέχεια και τη γρήγορη ευκολία, νέοι άνθρωποι ξεχνάνε να διεκδικήσουν, γιατί όσοι διαφοροποιήθηκαν έθρεψαν τους κοιλαράδες του κατεστημένου. " Ποιος είσαι εσύ, ρε φιλαράκο, που θα μας βαρεθείς και θα αποποιηθείς το < δε βαριέσαι > του Έλληνα; Δεν σου είπαν τί παθαίνει όποιος παραβιάζει τους νόμους; Και ο νόμος του επιτυχημένου είναι ένας: να κάνει τους γύρω του κατά τι πιο αποτυχημένους από κείνον "! Το μοντέλο της σίγουρης επιτυχίας και υπεροχής είναι ένα μοντέλο που μπορεί να έχει όλα τα κομφόρ, μα δεν είναι προς χρήσην.Έτσι, ο Έλληνας παραμένει φιλότιμος, ευαίσθητος, έξυπνος και προοδευτικός, μα όλα τούτα είναι ο θησαυρός που κρατάει για τον εαυτό του και μόνο. Όσον αφορά τους άλλους: " Δεν βαριέσαι, βρε αδελφέ, άσε για τον επόμενο και το φίδι και την τρύπα… "
————
" ΜΙΚΡΕΣ " ΚΑΙ " ΜΕΓΑΛΕΣ " ΠΑΤΡΙΔΕΣ
Εμείς οι νησιώτες, εμείς οι επαρχιώτες, εμείς οι " δεύτεροι " για τους " πρώτους " πρωτευουσιάνους. Εμείς, που βλέπουμε τον κόσμο έξω απ' το κονσερβοκούτι. Εμείς, οι τυχεροί της επιβίωσης, γιατί βρίσκουμε ακόμη χώμα στους δρόμους, γιατί δεν ταξιδεύουμε για τη δουλειά μας, γιατί τα σπίτια μας έχουν κήπους, οι γειτονιές μας παιδικά παιχνίδια και ο ουρανός μας την απλωσιά ενός ρομαντισμού και μιας νησιώτικης καντάδας. Εμείς οι " χωριάτες " φρουροί. Εμείς, στα όρια μιας χώρας, βουτηγμένοι στο λευκό και στο γαλάζιο μιας σημαίας, μέσα στα σύνορα του πατριωτισμού, πάνω από απειλητικές σκιές, που ξεχνούν να μας φοβίσουν. Ο φόβος δηλώνει δειλία. Εμείς δηλώνουμε Έλληνες.
Θυμάμαι ακόμη τα παιδιά που έρχονταν από την Αθήνα για διακοπές. Ωραία ρούχα, πρωτότυπα παιχνίδια, μεγάλη συλλογή από κόλλες αλληλογραφίας. Ποτέ δεν ανταλλάξαμε. Οι δικές μου, λέει, ήταν " συνηθισμένες ". Όπως " συνηθισμένα " ήταν και τα ρούχα και τα παιχνίδια μου. Συνηθισμένα και απλά. Τόσο απλά, που εκείνοι δεν τα είχαν. Τόσο απλά, που εξακολουθούν να μην τα έχουν. Τότε, μπορεί να ζήλεψα. Σήμερα ξέρω πως τα πιο απλά πράγματα είναι αυτά που εύκολα αγνοούμε και δύσκολα επανακτούμε. Η ζωή στη μεγαλούπολη ήταν, είναι και θα είναι περίπλοκη. Τόσο περίπλοκη, που κάποια στιγμή σε μπερδεύει και τη χάνεις. Η μέρα σου γεμάτη, πριν ξημερώσει. Τα νεύρα σου σπασμένα, πριν σουρουπώσει. Νύχτωσε και δεν πρόλαβες. Πότε θα ξημερώσει…Θα ξημερώσει ποτέ, άραγες;
Έζησα τα " μεγαλεία " της πρωτεύουσας. Μπόρεσα να χαρώ τη σύνθεσή τους, γιατί μεγάλωσα μέσα στην απλότητα της πατρίδας μου. Σήμερα, μπορώ να επιλέξω με συνείδηση. Σήμερα, μπορώ να επιστρέψω εκεί, απ' όπου δεν έφυγα ποτέ. Καμαρώνω για τα λίγα της επαρχίας μου. Μετράω τα πλούτη της καθημερινότητάς μου. Δεν είναι εφήμερα πλούτη μόδας, ψυχαγωγίας, πλαστής ευημερίας και λιχούδας υπερκατανάλωσης. Είναι πλούτη μιας ψυχικής ηρεμίας και μιας αθώας ευτυχίας. Είμαι υπερήφανη που ζω στην επαρχία. Καλύτερα απλά γεμάτη, παρά σύνθετα καταδικασμένη. Ήρθε η εποχή που δεν ανταλλάσσω εγώ τις κόλλες μου!
Βασιλεία Α. Δουκακάρου
Μέλος Συνδέσμου Πολυτέκνων Λέσβου
" ΣΤΑΥΡΩΣΗ ΚΙ ΑΝΑΣΤΑΣΗ "
|
|
Μία ζεστή φωνή δέους απ' τη σιωπή της ανθρώπινης θυσίας έρχεται να σκορπίσει άλαλους λυγμούς στο διάβα των ημερών που ακολουθούν. Οι Μεγάλες ημέρες του χρόνου σέρνουν τις βαριές αλυσίδες της προδοσίας και του εξευτελισμού και στοιχειώνουν τον άνθρωπο όταν το φάντασμα της αμαρτίας αρχίζει να πλέκει το ακάνθινο στεφάνι. Ζεστά τα γυμνά πατήματα στο Γολγοθά που κι εφέτος κάνουν τη μνήμη παρουσία, την παρουσία βασανισμό και το βασανισμό μαρτυρικό θάνατο. Νίψαμε τα χέρια μας και ποτίσαμε ξίδι, γιατί η δύναμη της πανοπλίας σκέπασε τη δύναμη της ψυχής μας. Η απειλή του λιτού, ταπεινού κι ολιγαρκή ανθρώπου, του θνητού που άντεξε να συγχωρεθεί για να συγχωρέσει, γέμισε το χώμα της οργής μας με ζιζάνια μικρότητας και αιμοβόρα σκουλήκια εκδίκησης. Όταν ο άνθρωπος γίνεται κανίβαλος για το " εγώ " του σταυρώνει και σταυρώνεται, ανασταίνει, μα δεν ανασταίνεται. Ο Τίμιος Σταυρός σκιάζει πάντα τους άτιμους. |
Το Άγιον Πάσχα δεν είναι αόριστα ένα θέμα της ανθρωπότητας. Το Άγιον Πάσχα είναι προσωπικό μας θέμα. Είναι θέμα καθημερινό, συναναστροφής και ιδιοσυγκρασίας. Ένας ακόμη Χριστός ο διπλανός μας, στην ανθρώπινη μορφή του, αυτή που ξεφορτώθηκαν κουρελιασμένη εκείνοι που προτίμησαν την άλλη μορφή, τη θεϊκή. Ένας Χριστός αδύναμος, βρώμικος, έτοιμος να σωριαστεί απ' την πείνα για φαϊ και τη δίψα για νερό. Ένας Χριστός που αγάπησε το συνάνθρωπο και χόρτασε τη μέρα του όταν χόρτασε και η καρδιά του. Τα πολλά, τα θεϊκά, αυτά που γεννούν τυχοδιώκτες στ πέρατα του κόσμου, αυτά που συστήνουν Θεούς με τραπεζικούς λογαριασμούς και δαίμονες με αντίθετα συμφέροντα, αυτά που έντυσαν την απόλαυση παραδείσιο πουλί του ντόπιου επίγειου Παράδεισου, αυτά ξεχώρισαν τον έναν Θεό απ' τους " πολλούς " και δεν τον θυμούνται πια. Θυμούνται μόνο την πασχαλιά που άνθισε στον κήπο του σπιτιού τους, όσο εκείνοι μαραίνονται στον κήπο της καρδιάς τους. |
Η Ανάσταση του Κυρίου φέρνει αγαλλίαση και χαρμόσυνη γιατρειά στις γόνιμες χριστιανικές ψυχές. Η Ανάσταση μιας άγονης χριστιανικής ψυχής όμως είναι η κατάνυξη του θεϊκού στο ανθρώπινο. |
|
|
|
" ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΣ ΓΟΛΓΟΘΑΣ "
|
|
Ο ανθρώπινος πόνος δεν καρφώθηκε με τα χέρια Εκείνου πάνω στο σταυρό, δεν εξανεμίστηκε μαζί με τις αμαρτίες μας. Ο πόνος σκαρφάλωσε ματωμένος μέχρι το Γολγοθά για να συνοδέψει τον Άνθρωπο που πέθανε και να επιστρέψει στον άνθρωπο που ζει το σήμερα και προσδοκεί το αύριο.. Άνθρωποι ζαλισμένοι απ' τα χαστούκια της μοίρας, με παράλυτα μέλη απ' τη μάχη του πνιγμού, με παράλυτη καρδιά απ' τη δυσωδία της τεμαχισμένης ελπίδας, που έμελλε να πεθάνει τελευταία. Άνθρωποι προδομένοι, πληγωμένοι, νικημένοι απ' τη ρευστότητα της θνητής τους καταγωγής, αναγκασμένοι να στοιβάζουν τα όνειρά τους σε ντουλάπες και σε μπαούλα, γιατί πληγώνονται όταν τα μυρίζουν και αποκαρδιώνονται όταν θέλουν να τ' αγγίξουν και δεν έχουνε αφή. Άνθρωποι καθημερινοί, συγγενείς, γείτονες, φίλοι, εχθροί, άνθρωποι απ' το κοπάδι μας, επιλεγμένοι να δοκιμαστούν, ακόμη και να θυσιαστούν. Είναι άδικο να σκιαγραφούμε το δίκαιο με τη δική μας λογική. Μετριέται ο όγκος του ωκεανού σε σταγόνες; Αδύνατον για τον άνθρωπο να υπερβεί τη φύση του. |
Η φύση του ανθρώπου είναι σαν το χωράφι. Όσο περισσότερο το δουλέψεις, τόσο περισσότερους καρπούς θα σου δώσει. Μα, πάνω απ' όλα, θα πρέπει να δείξεις στα δυο σου χέρια την εμπιστοσύνη που τους αξίζει. Ν' αγνοήσεις τις φουσκάλες, τα γδαρσίματα, τα τσιμπήματα στη μέση, τον ιδρώτα που θα χαράξει μόνιμο αυλάκι στο μέτωπό σου. Κανένα σώμα δεν αγωνίζεται ουσιαστικά αν δεν το θέλει η ψυχή του. Και ο αγώνας της ψυχής είναι ο πιο δύσκολος αντίπαλος για τον ανθρώπινο πόνο. Μία πίστη και μία θέληση μπορούν να γεννήσουν θαύματα. Μπορούν να φέρουν το λόφο του Γολγοθά πιο κοντά, όλο και πιο κοντά και στο τέλος να τον ισοπεδώσουν σε πεδιάδα. Επίπεδος πόνος ίσον υποφερτός πόνος και όσα ο άνθρωπος μπορεί να υποφέρει είναι όσα τελικά μπορεί και να νικήσει. |
Για κάποιους, η Μεγάλη Εβδομάδα δεν στριμώχνεται στα στενά χρονικά πλαίσια των εορτών του Πάσχα. Όσοι απ' τους υπόλοιπους καταφέρουμε να αναστήσουμε κι εφέτος, ας μην ξεχνάμε το εξής: " Μάχαιραν έδωκες, μάχαιραν θα λάβεις "! Η δικαιοσύνη, ο ποιμένας του Θεού. |
|
Βασιλεία Α. Δουκακάρου |
Μέλος Συνδέσμου Πολυτέκνων Λέσβου |
" ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΠΑΣΧΑ "
Τούτες οι ημέρες έρχονται μία φορά το χρόνο. Άλλοτε γκριζαρισμένες, άλλοτε συννεφιασμένες, άλλοτε κλαίουσες θυμούνται και θυμίζουν, ξεχνιούνται μα δεν ξεχνούν. Τούτες οι ημέρες ξημέρωσαν για τον άνθρωπο, νύχτωσαν για τα απάνθρωπά του και πάλι χάραξαν Ανατολή στον ελπιδοφόρο ορίζοντα της δεύτερης ευκαιρίας, στον ίδιο ορίζοντα που κάποτε έδυσε η ανθρωπιά και η δικαιοσύνη του ανθρώπου. Τούτες οι ημέρες κουνούν το διδασκαλικό δάκτυλο, υψώνουν τον τόνο της φωνής, απαιτούν συγκέντρωση και προσοχή, βάζουν απουσία στους απόντες και στους αργοπορημένους, ξετυλίγουν την ιστορία του ενός και των πολλών μέσα στην αίθουσα του δασκάλου και των μαθητών, εκείνων που δεν είχαν την ύψιστη τιμή να ονομαστούν Απόστολοι. Εκείνων, που και η παρουσία τους ακόμη μέσα στην αίθουσα κρίνεται ως ύψιστη τιμή από τον ακατέργαστο εγωισμό και την απενεχοποιημένη ανθρώπινη φιγούρα τους.
Από την Κυριακή των Βαϊων στη Μεγάλη Δευτέρα. Απ' την απόλυτη δόξα και τιμή στην απόλυτη κατάντια του εξευτελισμού και του ανθρώπινου κανιβαλισμού, που σαν ξυπνήσει πρέπει να πάει χορτάτος πάλι για ύπνο. Τούτη τη φορά, λοιπόν, στο δρόμο του βρέθηκε κάποιος Ιησούς από τη Ναζαρέτ, γιος του Ιωσήφ και της Μαρίας. Την Κυριακή τον καλωσορίσαμε και τον στέψαμε Βασιλιά με δάφνινα στεφάνια. Τη Δευτέρα τον αντικρύσαμε εγκληματία και τον στέψαμε Βαραβά με αγκάνθινα στεφάνια. Την Κυριακή λατρέψαμε το Θεό, τη Δευτέρα μισήσαμε τον άνθρωπο.Μία ημέρα. Μία και μόνη ημέρα φτάνε ι στον άνθρωπο για να χρηστεί απάνθρωπος. Μία και μόνη ημέρα του αρκεί για ν' αφανίσει ό,τι τον κάνει να αισθάνεται μικρός και αδύναμος. Μία και μόνη ημέρα είναι αρκετή για τη σταύρωση της δυστυχίας του συνανθρώπου πράγμα που θα σηματοδοτήσει την Ανάσταση της δικής μας προσωπικής ευτυχίας, εκείνης που εντελώς " τυχαία " πάντα φροντίζουμε εμείς οι άνθρωποι να χτίζουμε σε ξενικό οικόπεδο. Για να μας ανήκει και για να μην μας ανήκει. Καθόλου τυχαίο το συγγενικό ελληνικό μας αίμα με την Πυθεία, δεν νομίζετε;
Ο Χριστός, ο κορυφαίος των ανθρώπων, ο μοναδικός Υιός του Θεού, γεννήθηκε ανάμεσά μας, έπαιξε και μεγάλωσε μαζί μας, αγάπησε και αγαπήθηκε, συγκίνησε και συγκινήθηκε, δούλεψε τόσο την ανθρώπινη φύση Του ώστε να την απογειώσει και να την συνάψει στη Θεία, κομμάτιασε το " εγώ " Του σε χίλιες μύριες μπουκίτσες άρτου και τις μοίρασε χέρι με χέρι στους πεινασμένους παραστρατημένους προς θρέψην μυαλού και ψυχής. Ο Χριστός δεν έδειξε κανένα δρόμο. Ο Χριστός φώτισε τον ήδη υπάρχοντα δρόμο. Ο Χριστός δεν μας σύστησε σε νέους ανθρώπους. Ο Χριστός μας ξανασύστησε στους παλιούς ανθρώπους βοηθώντας μας να τους αντικρύσουμε τούτη τη φορά μέσα απ' το πολυγωνικό πρίσμα της αγάπης. Στη μία γωνία του ο σεβασμός, στην άλλη η φροντίδα, στην άλλη η αξιοπρέπεια, στην άλλη το χάδι και η τρυφερότητα, στην άλλη η αυτοθυσία, στην άλλη η προσφορά στη ζήτηση, στην άλλη η νουθεσία της συμβουλής, στην άλλη η συγχώρεση και η μεγαλοκαρδία, στην άλλη η αγκαλιά με τα τεράστια χέρια και τη ζεστή καρδιά, αυτή που έσπειρε παρηγοριά και θέρισε χαμόγελα. Το πολυγωνικό πρίσμα της αγάπης έχεις ατελείωτες γωνίες, όσο ατελείωτο είναι και κάθε " σ' αγαπώ " που ξεγλυστράει από χείλη που το ξεστομίζουν και το εννοούν.
Ο Χριστός ήρθε για να ξυπνήσει τον άνθρωπο μέσα μας. Δεν είναι ξένος τούτος ο άνθρωπος. Είναι ο ίδιος μας ο εαυτός. Το μόνο που αλλάζει είναι το πρόσωπο και το ονοματεπώνυμο. Όλα τα υπόλοιπα αφήνουν την ίδια γεύση στο στόμα, χρησιμοποιούν την ίδια παλέτα χρωμάτων, συγκατοικούν μέσα στην ίδια οικογένεια, στις ίδιες ανάγκες, στα ίδια θέλω, στις ίδιες αδυναμίες. Κανείς δεν είναι παραπάνω από κανέναν. Κανείς δεν χρειάζεται περισσότερα από κανέναν. Κανείς δεν χρήζει ιδιαίτερης μεταχείρησης από κανέναν και κανείς δεν χρεώνεται δανεικά από κανέναν. Όλους μας φωτογραφίζει μία δικαιοσύνη, μία αλήθεια, μία λίστα εντολών, που απαιτούν καθαρή συνέπεια, για να δώσουν καθαρή συνέχεια. Ίσες ευκαιρίες, ίσα δικαιώματα, ίσες υποχρεώσεις, μία συνοχή και μία ισορροπία σε σκέψεις, πράξεις, αποτελέσματα των πράξεων. Μία παχύρευστη ελευθερία στο " κρίνω και πράττω" και μία το ίδιο παχύρευστη επιβράβευση ή τιμωρία αν η ελευθερία έχει καταφέρει να συγκρατήσει την υφή της ή αν δεν τα έχει καταφέρει και έχει μετατραπεί σε ασυδοσία. Πώς είναι δυνατόν να έχω την απαίτηση ο Θεός να είναι δίκαιος μαζί μου, όταν εγώ ο ίδιος έχω καταφέρει να αδικώ τον ίδιο μου τον εαυτό; Η δικαιοσύνη είναι δική μας και η αδικία επίσης. Απ' τα δικά μας χέρια θα ξεκινήσουν και οι δύο κυρίες και στα δικά μας θα επιστρέψουν. Σαν το μπούμερανγκ που πάντα χαράσει αλάθητη διαδρομή.
Η διαδρομή της Κυριακής των Βαϊων, η σύλληψη, τα βασανιστήρια, η τελική Σταύρωση και η Ανάσταση του Κυρίου σηματοδοτούν τη μέγιστη αγάπη του ανθρώπου προς τον άνθρωπο. Τη μέγιστη θυσία ώστε μέσα από τη θνήσκουσα αγάπη να ξαναγεννηθεί μία νέα, αθώα, καθαρή, ελπιδοφόρα αγάπη του ανθρώπου προς τον συνάνθρωπο. Δεν σκότωσαν κάποιο Χριστό, κάπου, κάποτε, κάποιοι Ρωμαίοι. Εμείς Τον σκοτώνουμε καθημερινά, καρφώνουμε αδιάντροπα σκληρά τα χέρια και τα πόδια Του, αδιάφοροι απ' τις πιτσιλιές του αίματος που λεκιάζουν τα σπίτια, τις δουλειές, την καθημερινότητά μας, όταν τα μόνα " θέλω" για τα οποία έχουμε βλέμμα είναι τα δικά μας, όταν τα μόνα " πρέπει " για τα οποία βρίσκουμε συνείδηση είναι του διπλανού μας, όταν το μόνο πράγμα που δηλώνει ακόμα την ανθρωπιά μας είναι το ανθρώπινο πετσί μας. Και αυτό εξωτερικά δηλαδή και ούτε κουβέντα για μία σπιθαμή μεγαλύτερο βάθος.
Το Πάσχα διδάσκει και προκαλεί σε μονομαχία το καλό με το κακό. Ακόμη κι αν την έχετε κερδίσει τούτη τη μονομαχία δεν θα πρέπει να εφησυχάζετε. Κάποιο καλό πάντα θα το απειλεί κάποιο κακό. Αυτό θα πρέπει να το έχετε πάντα κατά νου και να μην σταματάτε να μάχεστε πρώτα τους εσωτερικούς εχθρούς του εαυτού σας κι έπειτα όλους τους εξωτερικούς εχθρούς που δελεάζουν, γλυκαίνουν, διευκολύνουν, εξυπηρετούν. Η Εβδομάδα των Παθών όπως δεν είναι δίκαιη για εμάς τους ίδιους, έτσι δεν είναι δίκαιη και για τους υπόλοιπους ανθρώπους που περιστοιχίζουν τη ζωή μας. Τί σημασία μπορεί να έχει εάν δεν γεννήθηκαν στη Ναζαρέτ, δεν έχουν για μητέρα τη Μαρία, δεν έχουν το όνομα του Ιησού και δεν είναι Υιοί του Θεού; Εδώ δεν κάνουμε δημογραφική έρευνα. Εδώ ερευνάμε πόσο διαφορετικό μπορεί να καταγραφεί το φετινό Πάσχα από όλα τα προηγούμενα. Εδώ ερευνάμε και ζυγίζουμε τις ουσιαστικές πιθανότητες της σωτηρίας. Μην σας νοιάζει πού θα γείρει η ζυγαριά. Δύο άλλα πράγματα να σας νοιάξουν: Να ανακαλύψετε πάνω σας ανθρωπιά για να ζυγίσετε και να επιλέξετε εν τέλει τη σωστή μεριά της ζυγαριάς. Τότε και μόνο τότε θα έχει δίκαιη πρόσβαση στο " Χριστός Ανέστη " και το δικό σας σπιτικό. Τότε και μόνο τότε θα σας απαντήσω δίκαια κι εγώ: " Αληθώς Ανέστη "!
Βασιλεία Α. Δουκακάρου
Μέλος Συνδέσμου Πολυτέκνων Λέσβου
" ΠΙΣΩ ΣΤΟ ΡΟΛΟ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ " |
|
Κάποτε σε έλεγαν νοικοκυρά και εισέπραττες το μεγαλύτερο κομπλιμέντο. Σήμερα, αν αποκαλέσεις έτσι τη νεαρή που μόλις άνοιξε σπίτι, το πιο πιθανό είναι να σε βγάλει έξω και να μην σου ξανανοίξει την πόρτα. Αλλαγή εποχής, θα μου πείτε, αλλά και αλλαγή αξιών; Όλα τα πολυφορεμένα τα αλλάζουμε, μέχρι να βαρεθούμε και αυτό και να μείνουμε γυμνοί; Πετάμε ένα ολόκληρο παρελθόν, για να μας πούνε μοντέρνους; Και πόσο μοντέρνα μπορεί να χαρακτηριστεί μια γυναίκα που βγήκε από το σπίτι της και ξέχασε να επιστρέψει; Μάλλον εγκατάλειψη μου θυμίζει κάτι τέτοιο. |
" Εγώ δουλεύω ", σου λέει η άλλη. " Σιγά τώρα μην κάθομαι και ασχολούμαι με χλωρίνες και ξεσκονίσματα και μαγειρέματα. Πού ζούμε, στον μεσαίωνα; Θα πάρω εκεί μία γυναίκα να τα κάνει "! Κι εγώ ρωτάω: " Θα έπαιρνες ποτέ μία γυναίκα να φροντίσει τον άντρα σου "; Δεν το νομίζω. Το σπίτι είναι η πιο καθαρή φωτογραφία μιας γυναίκας. Εκεί μέσα θα στεγάσει την αγάπη της, την οικογένειά της, το μέλλον της. Οφείλει να μάθει από νωρίς, όχι για ένα πρέπει των άλλων, μα για ένα θέλω δικό της. Το " δεν μπορώ " είναι εύκολο. Το " δεν προλαβαίνω " επίσης. Σηκώνω τα χέρια και παραδίνομαι, όπως έκανε και η διπλανή και η παραδιπλανή, οι "εκσυγχρονίστριες". Ο λαός μας λέει: Όσα δεν φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια. Κι εγώ συμπληρώνω: γυναίκα δεν είναι και η αλεπού; |
Η σημερινή γυναίκα έχει πολλούς ρόλους. Είναι σύζυγος, μητέρα και εργαζόμενη. Καθένας από αυτούς τους ρόλους έχει και την αξία του.Κι αν ο ρόλος της εργαζόμενης την κάνει να αισθάνεται ότι προσφέρει, ο ρόλος της συζύγου και μητέρας της θυμίζει την αποστολή για την οποία την επέλεξε ο Θεός. Όποια επιλέγει να τιμήσει τον άνθρωπο και να αψηφίσει το Θεό, είναι δικαίωμά της. Όπως δικαίωμα έχει και κάθε άντρας να βρει μία υπεύθυνη σύζυγο και μία στοργική μητέρα. Αυτός είναι ο νόμος της φύσης. Δεν θα τον αλλάξουμε εμείς λόγω ανικανότητας! |
|
|
" ΕΝΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΓΙΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΜΑΣ " |
|
Εκεί που ήταν το οχυρό με τα στρατιωτάκια, τα κουζινικά και οι αλλαξιές της κούκλας, όπου τα κοριτσάκια έπαιζαν τις " κουμπάρες ", εκεί ο χώρος άνοιξε για να μπει το γραφείο με τον υπολογιστή. Το άλμα της τεχνολογίας από την πρόσφατη εποχή μου σε μία νέα εποχή, τόσο κοντινή μα συνάμα και τόσο διαφορετική. Δεν μ' ενοχλεί που μπήκαν τα παιδιά μας στον χορό της εξέλιξης. Αυτό είναι δεδομένο, όσο δεδομένη είναι και η συνεχής αναζήτηση του ανθρώπινου μυαλού. Μ' ανησυχεί που οι παιδικές ώρες γεμίσανε με γκρίζα κουμπιά ψυχαγωγίας. Με κουμπιά που προικίζουν τα δάχτυλα ενός χεριού και χάνονται τα δάχτυλα της παρέας. Το παιδί κοινωνικοποιείται μέσα στον στενό ακοινώνητο χώρο ενός δωματίου με κλειστή τη δίοδο της πόρτας. Οι φωνές σώπασαν, οι ιδέες χώρεσαν σε μία και το πάρε – δώσε του παιχνιδιού έγινε πάρε την ηλεκτρονική διεύθυνση και δώσε τον κωδικό πρόσβασης. |
Δεν είναι τυχαίο που το αυθόρμητο παιδικό χαμόγελο γκριζάρισε. Δεν είναι τυχαίο που οι μικροί άνθρωποι δύσκολα εμπιστεύονται τους άλλους ανθρώπους. Δεν είναι τυχαία η τακτική που ακολουθείται: " Τα δικά μου δικά μου και τα δικά σου πάλι δικά μου ". Το παιδί πρέπει να κάνει φίλους κι εχθρούς ακόμη. Πρέπει να τρέξει , να σκοντάψει, να πέσει, να κλάψει. Το παιδί πρέπει να συνεργαστεί, να επιτύχει, ν' αποτύχει, ν' αδικήσει, να το αδικήσουν, να ζήσει έξω από την προστασία του δωματίου του μπαμπά, να βασιστεί στις δικές του δυνάμεις στην μικρή κοινωνία που θα το προετοιμάσει για την άλλη τη μεγαλύτερη, την πιο αμείλικτη και απειλητική. Η τετράγωνη οθόνη και τα " ψευτοποντίκια " δεν δίδαξαν σε κανέναν το χαρακτήρα και τις δυνατότητές του. |
Το παιδί θα μεγαλώσει και θα βρει τον υπολογιστή μπροστά του στη δουλειά και στην προσωπική του ζωή. Θα περάσει αρκετές μοναχικές ώρες μπροστά του να ψάχνει, να διαβάζει, να επικοινωνεί. Καλό θα ήταν, λοιπόν,όταν βγαίνει από το πρόγραμμα και κλείνει για λίγο τα ώριμα πια μάτια του, να έχει να θυμηθεί κάποιες διαφορετικές παιδικές αναμνήσεις: το κρυφτό που τον βρήκαν, τον " πόλεμο " που κέρδισε, τις " κουμπάρες " που του λείπουν. |
|
|
Βασιλεία Α. Δουκακάρου |
Μέλος Συνδέσμου Πολυτέκνων Λέσβου |
" Η ΚΥΡΑ – ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ " |
|
Εφέτος η Σαρακοστή μπήκε σιωπηλή και συνεχίζει σιωπηλή, λες και προσπαθεί να μας κρύψει κάποιο μεγάλο μυστικό. Κάτι που θα εξαγριώσει τη σιωπή της και θα σκιαγραφήσει στον ορίζοντα το τσουνάμι της δίκαιης αγανάκτησης, που δεν κυμάτισε ποτέ. Τούτη η Σαρακοστή πλήθυνε πολύ και περισσεύει απ' το φουστάνι των σαράντα ημερών της. Η ενέργειά της είναι πάνω από τούτη τη χιλιομετρική διαφορά. Η νηστεία και προσευχή φαίνεται να αρκείται στο νηστεία, έπειτα στο στέρηση και ως κατακλείδα στο εξαθλίωση. Τούτην η Σαρακοστή δεν ήρθε για να φύγει, όπως όλες οι προηγούμενες. Τούτην η Σαρακοστή ήρθε για να μείνει και να ξεμείνει πάγια φιλοξενούμενη στα σπίτια μας απρόσκλητη και αναίσθητη όσο και εκείνοι που μας την επέβαλλαν και ξανατρύπωσαν μες την ανωνυμία. |
Τα νοικοκυριά έχουν τρελαθεί, το ίδιο και οι ζυγαριές τους. Τα έσοδα μόνιμα μειώνονται. Τα έξοδα μόνιμα αυξάνονται. Αυτό το ξέφρενο πιο κάτω και πιο πάνω έχει κάνει τα νεύρα κάθε υπεύθυνου ανθρώπου κρόσια, έχει γδύσει τις υπομονές απ' τη νηφαλιότητά τους και έχει μεταμορφώσει την αγανάκτηση σε φάρο συνεργασίας και επαφής τών έμψυχων – προς το παρόν τουλάχιστον – ανθρώπων, που τους έχει βγει – μεταφορικά ευτυχώς – η ψυχή. Απαιτήσεις από κείνους που βρίσκονται αντικειμενικά σε καλύτερη μοίρα, απαιτήσεις ως φυσικό επακόλουθο των αναγκών που πλαισιώνουν την ύπαρξη και εξέλιξη μιας οικογένειας, απαιτήσεις συνειδησιακές, που δεν σταματούν να κοχλάζουν μέσα στην εντιμότητα του ρόλου σου που σε έστεψε γονιό. Απαιτήσεις περισσότερου οξυγόνου, όσο το οξυγόνο σου μειώνεται. όλο και μειώνεται, έως ότου τείνει να ξεμείνει από ανάσες. " Αναπνέω "! Από πότε έχεις να χρησιμοποιήσεις τούτο το ρήμα και να το εννοείς. Να ευφραίνεται η καρδιά σου με το που το λες, βρε αδελφέ! Αφήστε τα, αδέλφια! Όπως έχουν γίνει τα πράγματα και που θα το ξεστομίζαμε τούτο το ρήμα, μήπως θα το εννοούσαμε; |
Το ζωνάρι στενεύει, όλο και στενεύει. " Πού θα πάει τούτην η δουλειά "; αναλογίζονται οι περισσότεροι. Άγχος, αβεβαιότητα, εκνευρισμός. Όλοι οι επίδοξοι καταπατητές της ανθρώπινης υγείας, ο ένας δίπλα στον άλλον, συγκεντρωμένοι. Ακούραστοι τσαπίζουνε τα " αχ ", κλαδεύουνε τα " βαχ ", φυτεύουνε τη νέα ποικιλία της μοιρολατρείας και δεν σταματούν να ποτίζουνε μέρα παρά μέρα το αναρριχητικό φυτό της κατάθλιψης, που σαν ερπετό σέρνεται όσο μεγαλώνει, μεγαλώνει και σκαρφαλώνει, σκαρφαλώνει και απειλεί να τρυπώσει αθόρυβα και μουλωχτά μέσα στο παραθύρι της οικογένειας. Αν τρυπώσει ο εχθρός της υγείας μέσα στο σπιτικό της οικογένειας, ξέρετε πώς θα φαντάζει ο οικονομικός εχθρός; Αν τρυπώσει το φίδι της αρρώστιας μέσα στο σπιτικό της οικογένειας, ξέρετε πώς θα φαντάζει το λούτρινο αρκουδάκι του οικονομικού εχθρού; Αν τα " αχ " και τα " βαχ " αρχίσουν να ξεπηδούν απ' τα χείλη του δικού μας ανθρώπου, του αγαπημένου και μοναδικού και αναντικατάστατου δικού μας ανθρώπου, ξέρετε πόσα " αχ " και " βαχ " θα περισσέψουν για τα " φλέγοντα " ζητήματα της οικονομικής κρίσης; Μάλλον τόσα όσα και τα περισσευούμενα ευρώ που βαραίνουν τις τσέπες και τα πορτοφόλια μας και δεν έχουμε τι να τα κάνουμε! |
Ας βάλουμε όλοι μαζί ένα φρένο, λοιπόν, σε όλη αυτή την ξέφρενη παραφιλολογία που μας θέλει όλους μας να πεθαίνουμε κάπου, κάπως, κάποτε από την πείνα. Μέχρι να " φύγει " ο πρώτος μας από την πείνα θα' χουν καταγραφεί χιλιάδες " οι απόντες " λόγω άγχους και ακατάσχετης ανησυχίας. Όλες τούτες οι " απουσίες " πρόκειται να ωφελήσουν κανέναν και σε τίποτα; Και άντε, όπως στα σχολεία, να μπορούσαμε να τις καταλογίσουμε ως " δικαιολογημένες ". Είναι όμως " δικαιολογημένες " ή " αδικαιολόγητες "; Εσείς θα μου πείτε κι εγώ θα συνεχίσω λέγοντάς σας το εξής : Και με όλα τα λεφτά του κόσμου να έχεις επανδρωμένες τις αποθήκες σου, σου λείπει και πάλι η δυνατότητα να δώσεις μία και μόνη πνοή σ' ένα μικρό σπουργίτι, όχι σε άνθρωπο. Γι' αυτό αφήστε τις αποθήκες για τους άλλους και δείτε να διαφυλάξετε τις πνοές των δικών σας ανθρώπων, γιατί τα ευρώ μπορεί και να ξανάρθουν, οι αγαπημένοι μας όμως δεν θα ξανάρθουν, σαν θα κινήσουν… |
Ας λέγινε η Σαρακοστή μία μονιμότερη πραγματικότητα. Ας βάζουμε τον εαυτό μας σε μεγαλύτερα καλούπια εγκράτειας και λιτότητας καθημερινά. Ξέρετα ακόμη πόσες ανάγκες μας, παγιωμένες και αδιάσειστες, μπορούμε αύριο να πετάξουμε από πάνω μας, που θα μπορούσαν κάλλιστα να χαρακτηριστούν και λιγάκι περιττές; Ξέρετε πόσα έχουμε, που δεν τα είδαμε ποτέ ως τα τώρα; Ξέρετε πόσα έχουμε, που δεν χρειαζόμαστε πια, που όμως χρειάζεται τόσο απελπισμένα ο διπλανός μας και εξακολουθεί να μην τα έχει; Ξέρετε πόση λογική αφήσαμε να ατροφήσει μέσα στην παρέλαση του υπερκαταναλωτισμού όλων των προηγούμενων χρόνων; Αυτή τη λογική πρέπει να ταρακουνήσουμε από τη γωνιά της, να τη γυμνάσουμε, να τη δυναμώσουμε και να την κάνουμε δυνατό σύμμαχο και σύμβουλο. Η λογική ας μας συμβουλεύει για τον εαυτό μας και η καρδιά ας μας συμβουλεύει για τον συνάνθρωπο. |
Η κρίση δεν χρειάζεται κρίση πανικού για να περάσει. Η κρίση είναι αντιμετωπίσημη όσο δεν έχει ακόμη επεκταθεί στις ανθρώπινες σχέσεις. Τα νηστικά στομάχια κρίνονται χρήσιμα, σαν οι αποθήκες της καρδιάς έχουν να καταμετρήσουν μία συγκομιδή. Οι νηστικές καρδιές ακόμη και με γεμάτα στομάχια κρίνονται άχρηστες. Ξέρετε γιατί; Γιατί έχουν ήδη πεθάνει, απλά δεν το ξέρουν ακόμη. |
|
Βασιλεία Α. Δουκακάρου |
Μέλος Συνδέσμου Πολυτέκνων Λέσβου
—————- |
" ΕΝΑ ΠΑΡΑΜΥΘΕΝΙΟ ΦΙΛΟΤΙΜΟ "
|