Το δημογραφικό απαιτεί τόλμη και γενναιότητα (Τεύχος1)
Το δημογραφικό απαιτεί τόλμη και γενναιότητα
για να μη συνυπογράψουν οι σημερινές γενιές τον αφανισμό της Ελλάδας
Αρθρογράφος: Αντώνης Τρακατέλλης, Καθηγητής Αρ. Παν. Θεσ/νικης, Ευρωβουλευτής
Οι δημογραφικές εξελίξεις τόσο διεθνώς όσο και στην Ευρώπη και στη χώρα μας απασχολούν μόνο αποσπασματικά την πολιτική, παρ' ότι αποτελεί κοινή πεποίθηση πλέον ότι οι πιέσεις και εντάσεις που προκαλούν έχουν τέτοια δυναμική, ώστε να συνιστούν βραδυφλεγή βόμβα για το μέλλον ολόκληρης της ανθρωπότητας.
Γιατί, αν επιχειρήσουμε να χαρτογραφήσουμε τον πλανήτη μας βάσει των εξελίξεων αυτών οδηγούμαστε πάλι σε δύο ημισφαίρια: το ένα με πληθυσμιακό υπερπληθωρισμό και ένδεια οικονομική και το δεύτερο με τα δύο αυτά μεγέθη αντιστρόφως ανάλογα. Η συντήρηση της κατάστασης αυτής είναι εντελώς αδικαιολόγητη, ιδιαίτερα για τον ανεπτυγμένο κόσμο, δεδομένου ότι υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις για την άρση της, εφόσον βεβαίως εκδηλωθεί η αναγκαία πολιτική βούληση και γενναιότητα.
Έτσι, σήμερα η Ευρώπη εξελίσσεται κυριολεκτικά σε γηραιά ήπειρο και σε ό,τι αφορά ειδικότερα την Ευρωπαϊκή 'Ένωση, παρ' ότι βρίσκεται στην τρίτη θέση των παγκόσμιων δημογραφικών δυνάμεων , μετά την Κίνα και την Ινδία, με 373.000.000 κατοίκους, η κατάσταση παίρνει ιδιαίτερα ανησυχητικές διαστάσεις. Το 1996 η φυσική αύξηση του πληθυσμού (γεννήσεις μείον θάνατοι) ήταν σχεδόν μηδενική (0,1%, δηλαδή 313.000), ενώ το 1995 ήταν έτος ρεκόρ με τις χαμηλότερες μεταπολεμικά γεννήσεις (4.00l.800).
Η Ελλάδα, στην περίπτωση αυτή, ακολουθεί δυστυχώς την πορεία της Ευρωπαϊκής 'Ένωσης, καθώς το 1997 η φυσική αύξηση του πληθυσμού ήταν απόλυτα μηδενική με ένα έλλειμμα γεννήσεως της τάξης του μείον 500, που προκύπτει από τη μείωση κατά 3,3% του ποσοστού των γεννήσεων σε σχέση με το 1996.
Εάν λοιπόν δε ληφθούν συντονισμένα και συστηματικά μέτρα για την ανατροπή της τάσης αυτής, τις προσεχείς δεκαετίες οι πιέσεις της μετάβασης σε γηραιότερο πληθυσμό θα είναι ασφυκτικές στη δομή της ηλικιακής πυραμίδας, με συνέπειες που αναμένεται να γίνουν ιδιαίτερα αισθητές στα μέσα του 210υ αιώνα.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της τελευταίας έκθεσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τα επόμενα 30 χρόνια, ο πληθυσμός ηλικίας άνω των 60 ετών θα αυξηθεί κατά 50% ενώ, παράλληλα, θα μειωθεί ο αριθμός των νέων (0-19 ετών) και των ενηλίκων (20-29 ετών) κατά 11 % και 6%, αντίστοιχα. Αυτό σημαίνει αυτόματα ανατροπή των πληθυσμιακών ισορροπιών και αποσταθεροποίηση της λειτουργίας της αγοράς εργασίας.
Οι αλλαγές αυτές θα επηρεάσουν με τη σειρά τους τόσο την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων όσο και τον τομέα της κοινωνικής προστασίας, κυρίως τις συντάξεις αλλά και τον τομέα της υγείας, ενώ δε θα πρέπει να παραβλεφθούν και οι επιπτώσεις στη διαδικασία σύγκλισης των περιφερειών στο κοινωνικό-οικονομικό επίπεδο. Διότι
1. Υπάρχει άμεση σχέση μεταξύ της ηλικίας του εργαζόμενου και του μισθού του. Αύξηση μέσου όρου ηλικίας των εργαζομένων συνεπάγεται αύξηση του μισθολογικού κόστους των επιχειρήσεων, γεγονός που επηρεάζει την ανταγωνιστικότητά τους. Αυτό με τη σειρά του θα έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της τιμής των προϊόντων ή την περαιτέρω αύξηση της ανεργίας. Επιπλέον, η προοδευτική γήρανση του πληθυσμού θα υποχρεώσει μέρος του ενεργού δυναμικού να αφιερωθεί στην προσφορά υπηρεσιών προς τα ηλικιωμένα μέλη της οικογένειας, με συνακόλουθες συνέπειες στην εργασία του. Μάλιστα, όσο μικρότερη είναι η οικογένεια τόσο περιορίζεται η δυνατότητα επιμερισμού της ευθύνης αυτής και συνεπώς εντείνεται και το πρόβλημα ενεργοποίησης του εργατικού και κυρίως του γυναικείου δυναμικού.
2. Οι συντάξεις γήρατος θα αυξηθούν ως αποτέλεσμα της διόγκωσης της κορυφής της πυραμίδας των ηλικιών με αποτέλεσμα την άσκηση ασφυκτικών πιέσεων στις συνταξιοδοτικές δαπάνες. Παράλληλα θα αυξηθούν οι δαπάνες υγειονομικής περίθαλψης λόγω αύξησης του ασφαλισμένου πληθυσμού, αύξησης του προσδόκιμου ζωής, ενσωμάτωσης νέων τεχνολογιών κ.λ.π. 'Έτσι, το κοινωνικό κόστος για την κάλυψη των δαπανών αυτών θα είναι τέτοιο, ώστε δε θα επαρκούν οι εισφορές των επιχειρήσεων και των εργαζομένων για τη χρηματοδότηση ενός δημόσιου συστήματος κοινωνικής προστασίας.
Είναι, όμως, προφανές ότι η αποτελεσματική λειτουργία της αγοράς εργασίας και της κοινωνικής προστασίας επηρεάζουν με τη σειρά τους την τάση για δημιουργία ή διάλυση ζευγαριών και την τάση προς τεκνοποιία. Άρα, όταν δεν εξασφαλίζονται οι προϋποθέσεις αυτές έχουμε περαιτέρω πίεση για συρρίκνωση του πληθυσμού, δηλαδή ένα φαύλο κύκλο.
Εξάλλου, δεν είναι αμελητέες οι συνέπειες στη διαδικασία σύγκλισης των περιφερειών , λόγω της πόλωσης των δημογραφικών και οικονομικών τάσεων . Προβλέπεται ότι σε μια εικοσαετία η ηλικιακή διαστρωμάτωση θα αποτελεί έναν από τους πιο καθοριστικούς παράγοντες στην ανάπτυξη των περιφερειών . Η γήρανση του πληθυσμού, που δεν προϋποθέτει κατ' ανάγκην και μείωσή του, θα ενισχύσει τις υφιστάμενες σήμερα αποκλίσεις και επομένως και τις εντάσεις στην αγορά εργασίας, την κατοικία, την υγεία, τις κοινωνικές παροχές, όπως και στο περιβάλλον , ως συνέπεια της περαιτέρω κλιμάκωσης της αστυφιλίας από τη μια και της εγκατάλειψης της περιφέρειας από την άλλη.
Αν δούμε αυτές τις επιπτώσεις στην οικονομική και κοινωνική ασφάλεια μιας χώρας και συνολικά στην Ευρώπη, συνδυαζόμενες με εκείνες στην εθνική ασφάλεια, καθώς είναι δεδομένος και αυτός ο κίνδυνος από τη μείωση και γήρανση του πληθυσμού, έχουμε μια εικόνα γκρίζα για το άμεσο μέλλον της Ελλάδας και της Ευρώπης. Εικόνα, που δεν αναμένεται να αλλάξει με τη διαδικασία της διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής 'Ένωσης, δεδομένης της στασιμότητας και της υποχώρησης της μέσης ανάπτυξης του πληθυσμού στις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, λόγω φυγής στο εξωτερικό, γήρανσης του πληθυσμού και μείωσης των νέων, χαμηλού ποσοστού γεννητικότητας και υψηλού ποσοστού παιδικής θνησιμότητας. Και σ' αυτή τη γηρασμένη Ευρώπη θα προβάλλει ακόμη πιο απειλητική όλη εκείνη η περιοχή της γης, που μαστίζεται από υπερπληθυσμό και φτώχεια, μεγέθη που δεν μπορούν να ελεγχθούν .
Συνεπώς δεν υπάρχουν περιθώρια εφησυχασμού. Το δημογραφικό πρέπει, επιτέλους, να πάψει να αποτελεί πρόβλημα των οργανώσεων των πολυτέκνων και αντικείμενο αποσπασματικών μέτρων και ευχολογίων. Επιβάλλεται συνολικά μια ευρωπαϊκή και συγχρόνως εθνική στρατηγική, που θα ενθαρρύνει τη δημιουργία πολυμελών οικογενειών . Μια τέτοια στρατηγική δεν μπορεί παρά να περιλαμβάνει καινοτόμα μέτρα, που θα επιτρέπουν το συνταίριασμα της εργασίας και της οικογενειακής ζωής, την απορρόφηση από την οικονομία της αγοράς, μέσω φορολογικών και άλλων κινήτρων, εθελοντικών μέχρι σήμερα δραστηριοτήτων όπως η οικογενειακή φροντίδα, την ευέλικτη οργάνωση της εργασίας, τη γενναία πολιτική επιδομάτων , την προσαρμογή της νομοθεσίας και της εκπαίδευσης στις τάσεις της κινητικότητας και άλλα. Κεντρική θέση σε μια τέτοια πολιτική θα πρέπει να έχουν επίσης μέτρα θεσμικού-Κοινωνικού χαρακτήρα όπως:
1. Η καθιέρωση ποσοστού επί των εισακτέων στα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης για τα παιδιά πολυτέκνων. Πιστεύω ότι αποτελεί μια καλή βάση η πρόταση που είχα διατυπώσει ως Πρύτανης, από το 1992, από κοινού με το Σύλλογο Πολυτέκνων Θεσσαλονίκης "Οι Άγιοι Πάντες" και την Ανωτάτη Συνομοσπονδία Πολυτέκνων Ελλάδος για ποσοστό 2%. Με τον τρόπο αυτό θα επιβραβεύονται οι αριστείς μεταξύ των παιδιών των πολυτέκνων, που δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι διαγωνίζονται σήμερα υπό άνισους όρους, εξασφαλίζοντας ευκαιρίες σπουδών και στις λεγόμενες προνομιακές σχολές.
2. Ανάλογη ρύθμιση μπορεί και πρέπει να προωθηθεί και στον τομέα της επαγγελματικής απασχόλησης.
3. Δεδομένων των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι πολύτεκνοι όχι μόνο για την αγορά, αλλά ακόμη και την ενοικίαση κατοικίας εκτός από το οικονομικό κόστος, συχνά συναντούν την άρνηση των ιδιοκτητών – επιβάλλεται ειδική φροντίδα και στην περίπτωση αυτή, με την προώθηση διαφόρων μηχανισμών στεγαστικής αποκατάστασης, όπως η ανέγερση κατοικιών για πολύτεκνους, η χορήγηση επιδοτούμενων επιτοκίων κ.λ.π.
4. Εκ των ων ουκ άνευ είναι βεβαίως και οι φορολογικές ελαφρύνσεις. Φυσικά όλα αυτά έχουν ένα κόστος οικονομικό, αλλά αυτό ελαχιστοποιείται αν συνειδητοποιηθεί πραγματικά η σημασία του δημογραφικού για το μέλλον του ελληνισμού. Αν θέλουμε ο ελληνισμός να μην έχει μόνο παρελθόν και παρόν αλλά και σίγουρο μέλλον δεν έχουμε άλλη επιλογή, από μια τέτοια πολιτική, όπως εκτέθηκε προηγουμένως. Είναι το δικό μας χρέος, η δική μας ευθύνη απέναντι στις μελλοντικές γενιές και δεν υπάρχει καθόλου καιρός για χάσιμο. Γιατί, τα σημάδια είναι ήδη μελανά και κάθε μέρα αδράνειας επιδεινώνει τα προβλήματα προδιαγράφοντας το πιο ζοφερό στην ιστορία μέλλον της πατρίδας, του έθνους μας: τον αφανισμό.